Του Κώστα Ράπτη
Η 45λεπτη συνάντηση που είχαν την Τετάρτη στο προεδρικό μέγαρο της Άγκυρας ο Ταγίπ Ερντογάν και ο σύμμαχός του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, επικεφαλής του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης, δεν περιορίσθηκε στην εξέταση των τρεχουσών πολιτικών εξελίξεων. Πιστός στον μεγαλοϊδεατισμό του, ο Μπαχτσελί δώρισε στον Ερντογάν έναν χάρτη του “τουρκικού κόσμου”, ο οποίος εμφανίζεται να εξαπλώνεται σε μεγάλο τμήμα της Ευρασίας.
Η χρωματική σημειολογία του χάρτη είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Με κόκκινο σημειώνονται τα ανεξάρτητα κράτη των οποίων ο πληθυσμός ανήκει στην τουρανική (ευρύτερη τουρκική, στα αγγλικά Turkic) οικογένεια λαών: Τουρκία, Αζερμπαϊτζάν, Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν, Καζακστάν και Κιργιζία. Με ανοιχτό πράσινο, αυτόνομες περιφέρειες της Κίνας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας με αντίστοιχη εθνολογική σύσταση, όπως το Σιντζιάνγκ των Ουιγούρων ή οι δημοκρατίες της Γιακουτίας, της Χακασίας, της Τούβα κ.ο.κ., οι οποίες προφανώς υπονοείται ότι θα μπορούσαν κάποτε να ανεξαρτητοποιηθούν. Και με πορτοκαλί χρώμα σημειώνονται μεγάλες περιοχές της Σιβηρίας, του Ιράν και της δυτικής Μογγολίας όπου διαβιούν ως μειονότητες τουρανικοί πληθυσμοί. Η Κύπρος, η Δυτική Θράκη και άλλες περιοχές των Βαλκανίων εννοείται ότι συμπεριλαμβάνονται επίσης στον “τουρκικό κόσμο”.
Ο παντουρκισμός ως ιδεολογικό ρεύμα έχει σταθερή αλλά όχι πάντα ηγεμονική παρουσία στη σύγχρονη Τουρκία. Οι περιπέτειες του Εμβέρ πασά, της ηγετικής τριανδρίας των Νεότουρκων, στην κεντρική Ασία κατά τον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε την Οκτωβριανή Επανάσταση κατέληξαν σε ήττα και πάντως παραπέμπουν σε ένα παρελθόν πριν από τον Κεμάλ Ατατούρκ που προσανατόλισε την Τουρκία προς Δυσμάς.
Ο Ψυχρός Πόλεμος έβαλε στον πάγο τα παντουρκικά οράματα. Οι πληθυσμοί των κεντρασιατικών σοβιετικών δημοκρατιών έμειναν πιστοί μέχρι τέλους στη Σοβιετική Ένωση, της οποίας τη διατήρηση υπερψήφισαν στο δημοψήφισμα του 1991, ενώ η διάλυσή της, που σήμανε και τον τερματισμό των μεταβιβαστικών πληρωμών από το ρωσικό κέντρο, τους βύθισε στην κρίση. Η ετοιμότητα που έδειξε ο τότε πρόεδρος της Τουρκίας, Τουργκούτ Οζάλ να κάνει λόγο για έναν κοινό χώρο από το Σινικό Τείχος μέχρι την Αδριατική δεν απέληξε σε τίποτε το απτό.
Άλλωστε, ανταγωνιστικά ρεύματα όπως το πολιτικό Ισλάμ ή ο νεο-οθωμανισμός αντιλαμβάνονταν διαφορετικά τον χώρο στον οποίο θα ξεδιπλωθούν οι τουρκικές φιλοδοξίες.
Όμως επί Ταγίπ Ερντογάν, η τουρκική διπλωματία ακολούθησε διαδοχικά ή και ταυτοχρόνως όλες αυτές τις κατευθύνσεις, ενώ ο παντουρκισμός δείχνει το τελευταίο διάστημα να εμπνέει εκ νέου την τουρκική διπλωματία, για λόγους που αφορούν όχι μόνο τη συμμαχία με τον Μπαχτσελί στο εσωτερικό, αλλά και την προθυμία της Άγκυρας να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με τη Δύση, προσφέροντας υπηρεσίες με τη διείσδυσή της στον χώρο της “ευρασιατικής ολοκλήρωσης” που απεργάζονται η Κίνα και η Ρωσία.
Άλλωστε, η παρουσίαση του επίμαχου χάρτη συνέπεσε με την 8η σύνοδο του Τουρκικού Συμβουλίου (Turkic Council) που διοργανώθηκε την Παρασκευή στην Κωνσταντινούπολη σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, με κύριο αντικείμενο το Αφγανιστάν.
Η Ρωσία έχει προφανώς κάθε λόγο να ανησυχεί με αυτήν τη δραστηριοποίηση της Άγκυρας στον πρώην σοβιετικό χώρο, πόσω μάλλον που αυτός έλαβε κατά τον περσινό πόλεμο του Ναγκόρνο Καραμπάχ τη μορφή τουρκικής στρατιωτικής παρέμβασης.
Και όμως: η κυριότερη ρωσική αντίδραση από επίσημα χείλη στον χάρτη του Μπαχτσελί είχε έναν τόνο παράδοξα φιλικό.
“Οι Τούρκοι εταίροι μας τρέφουν την ιδέα της τουρανικής ενότητας. Αυτό είναι φυσιολογικό. Το μόνο, για το οποίο λυπάμαι, είναι ότι στον χάρτη παρ’ όλ’ αυτά δεν υπάρχει ένα μεγάλο κόκκινο αστέρι στο κέντρο του τουρανικού κόσμου. Αυτό δεν βρίσκεται στην Τουρκία, αλλά στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, στο Αλτάι, στον ιερό εκείνο τόπο για κάθε Τουρανό, από όπου ξεκίνησε το γένος τους. Σας τα λέω αυτά ως τουρκολόγος”, δήλωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ σε εμφάνισή του στη ρωσική κρατική τηλεόραση.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του δικτύου Russia Today, ο τουρανικός κόσμος είναι όντως μεγάλος, “όμως το κεντρικό του τμήμα βρίσκεται στη Ρωσία, σημαντικό του μέρος στον μετασοβιετικό χώρο, που αποτελεί ζώνη στρατηγικών συμφερόντων της Ρωσίας και τμήμα του ενιαίου ευρασιατικού πολιτισμού, στο κέντρο του οποίου βρίσκεται ο ευρασιατικός “σκληρός πυρήνας”, δηλαδή η ιστορική Ρωσία με την χιλιετή ιστορία της”. Επομένως, παρατηρεί ο πολιτικός επιστήμονας Βαλέρι Κοροβίν, “εάν ζωγραφίσουμε τον χάρτη του ευρασιατικού πολιτισμού, ένα από τα συστατικά μέρη του οποίου είναι οι Τουρανοί, τότε εκεί θα ενταχθεί και η Τουρκία ως ένα μικρό κομμάτι”, όπως συμβαίνει και όταν δημιουργηθούν ιστορικοί χάρτες για την επιρροή του ρωσικού, ή του σλαβικού, ή του ελληνικού και βυζαντινού κόσμου.
Τέτοιοι χάρτες λοιπόν είναι δυνατό να ζωγραφιστούν πάρα πολλοί, το ζήτημα είναι τι κρύβεται πίσω τους και πού θεμελιώνονται, σχολιάζει ο ίδιος αναλυτής και σημειώνει: “Ο χώρος του τουρανικού κόσμου, που κατοικείται από απογόνους των αρχαίων τουρανικών νομαδικών φυλών, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τη σημερινή Τουρκική Δημοκρατία, ένα μικρό θραύσμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία συνετρίβη ως αποτέλεσμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως ακόμη και η Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν χρονολογικά το τελευταίο αυτοκρατορικό κράτος, όπου ασκούσαν μεγάλη επιρροή οι Τουρανοί, οι οποίοι, σύμφωνα με τον Λεβ Γκουμιλιόφ, εμφανίστηκαν στις αρχές της πρώτης χιλιετίας στο Αλτάι και στο έδαφος της Τζουνγκαρίας (σ.σ. σημερινή Κίνα), που βρίσκεται πολύ μακριά από τη σημερινή Τουρκία”.
Η αναφορά στον Γκουμιλιόφ είναι αποκαλυπτική. Με πατέρα εκτελεσμένο από την Τσεκά και μητέρα την Άννα Αχμάτοβα, κορυφαία Ρωσίδα ποιήτρια του 20ού αιώνα, ο Γκουμιλιόφ (1912-1992) εγκαινίασε στην πέμπτη δεκαετία της ζωής του, μετά από μια νεότητα σπαταλημένη στις φυλακές του Στάλιν, μια καριέρα εθνολόγου, ασκώντας μεγάλη επιρροή στην περίοδο της περεστρόικα και μετέπειτα, αν και στη Δύση οι θεωρίες του δεν αντιμετωπίζονται ως επιστημονικές.
Ο Γκουμιλιόφ μελέτησε εκτεταμένα τις διαρκείς μετακινήσεις των πληθυσμών στον χώρο της στέπας, υπογραμμίζοντας την ενότητα του ευρασιατικού χώρου. Ο ίδιος πρόβαλε ως συνεχιστής των ευρασιατιστών του μεσοπολέμου (εμιγκρέδων διανοουμένων που επιδίωκαν την συμφιλίωση με τη σοβιετική εξουσία, όπως ο γλωσσολόγος Νικολάι Τρουμπέτσκοϊ), υποστηρίζοντας ότι οι υπαρξιακές απειλές για την επιβίωση του ρωσικού έθνους προέρχονταν πάντα από τη Δύση και ότι η μογγολική κατάκτηση λειτούργησε σωτήρια.
Μέγας θιασώτης των θεωριών του Γκουμιλιόφ είναι ο “πατέρας” του ανεξάρτητου Καζακστάν, Νουρσουλτάν Ναζαρμάγιεφ, ο οποίος έδωσε το όνομα του Ρώσου εθνολόγου σε πανεπιστήμιο της πατρίδας του.
Αν στις μέρες μας ο ευρασιατισμός ανεβάζει τις μετοχές του στο πολιτικό χρηματιστήριο του Κρεμλίνου, τότε οι συμπατριώτες των Ερντογάν και Μπαχτσελί θα πρέπει να αντιμετωπισθούν ως “απολωλότες υιοί” του υπό ρωσική προστασία τουρανικού κόσμου και όχι ως επίδοξοι καθοδηγητές του.