Αξιότιμε κύριε Αρχηγέ,
Το έτος 2021 θεσπίστηκε το πδ 11/2021 με το οποίο ρυθμίζονται ζητήματα μεταθέσεων, τοποθετήσεων και αποσπάσεων του προσωπικού του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Σύμφωνα με το άρθρ. 35 του εν λόγω πδ προβλέπεται, ότι η Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κοινοποιεί την απόφαση κύρωσης των πινάκων των τοποθετήσεων, ή των μεταθέσεων, ή των αποσπάσεων ατομικά και αμελλητί στους ενδιαφερομένους μέσω της Υπηρεσίας στην οποία υπηρετούν. Με την κοινοποίηση οι ενδιαφερόμενοι ενημερώνονται πλήρως για το δικαίωμα και τους όρους άσκησης της ενδικοφανούς προσφυγής.
Περαιτέρω, στην παρ. 3 του ιδίου ως άνω άρθρου προβλέπεται η δυνατότητα άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής κατά της απόφασης τοποθέτησης, μετάθεσης ή απόσπασης, και μάλιστα σε εξαιρετικά σύντομη προθεσμία πέντε ημερών από την κοινοποίηση.
Η παρ. 6 του ιδίου ως άνω άρθρου προβλέπει, οι ενδικοφανείς προσφυγές εξετάζονται από το αρμόδιο Συμβούλιο Προσφυγών, το οποίο αποφαίνεται αιτιολογημένα εντός τριάντα ημερών από την υποβολή τους ενώ σύμφωνα με την παρ. 7 η Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κοινοποιεί ατομικά και αμελλητί στους ενδιαφερομένους την απόφαση κύρωσης των πινάκων των τοποθετήσεων, ή των μεταθέσεων ή των αποσπάσεων μετά την εξέταση των ενδικοφανών προσφυγών.
Παρά την πρόβλεψη της ως άνω διοικητικής διαδικασίας, το φαινόμενο που παρατηρείται διοικητικά μέχρι σήμερα είναι ότι τα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ, των οποίων η αίτηση για μετάθεση ή απόσπαση απορρίπτεται, ουδέποτε λαμβάνουν γνώση αναφορικά με την απόρριψη της αίτησής τους. Με τον τρόπο αυτό, ωστόσο, στερούνται του δικαιώματος να υποβάλλουν είτε ενδικοφανή προσφυγή είτε την προβλεπόμενη στο άρ. 24 του ν.2690/1999 αίτηση θεραπείας. Έτσι, δημιουργείται το παράδοξο φαινόμενο, στελέχη των οποίων οι αιτήσεις απορρίφθηκαν και κατά τεκμήριο έχουν έντονο έννομο συμφέρον να επανεξεταστεί η υπόθεσή τους, να μην δύνανται να ασκήσουν ένδικα βοηθήματα κατά της απόρριψης αυτής.
Η επανάκριση τόσο σημαντικών ζητημάτων για την εργασία και τη ζωή των στελεχών, όπως είναι οι μεταθέσεις, τοποθετήσεις και αποσπάσεις για τον αποκλεισμό ενδεχόμενου νομικού ή πραγματικού σφάλματος αποτελεί θέμα πρωτίστως δικαιοσύνης για τα στελέχη, των οποίων οι αιτήσεις απορρίπτονται, αλλά και ισότητας έναντι των συναδέλφων τους, των οποίων οι αιτήσεις γίνονται αποδεκτές.
Για το σκοπό αυτό, θεωρούμε επιβεβλημένο, αφενός να κοινοποιούνται όλες οι απορριπτικές αποφάσεις στους ενδιαφερόμενους και αφετέρου να παρέχεται σε αυτούς η δυνατότητα να υποβάλλουν αίτηση επανεξέτασης του απορριφθέντος αιτήματός τους.
Παρακαλούμε για τις άμεσες ενέργειές σας για την αποκατάσταση αυτής της δυσάρεστης και δυσμενούς καταστάσεως για τα στελέχη.