Καθημερινά εδώ και 30 χρόνια έρχομαι σε επαφή με το άγχος, τον πόνο, τη ματαίωση και την απογοήτευση των ζευγαριών που δεν έχουν καταφέρει να αποκτήσουν παιδάκι με φυσικό τρόπο.
Το πως εμείς οι γιατροί βοηθάμε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και ζευγάρια να αντιμετωπίσουν αυτή τους τη δυσκολία, φέρνει στην επικαιρότητα θέματα όπως αυτό της σχέσης των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στην εξωσωματική γονιμοποίηση με τον καρκίνο του μαστού. Δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε πως το ζήτημα αυτό, διογκώνεται ακόμη περισσότερο από την υπέρμετρη και συχνά αλόγιστη χρήση της εξωσωματικής γονιμοποίησης, γεγονός που έρχεται να επιβαρύνει τα πρόσωπα αυτά προσθέτοντάς τους επί πλέον ανησυχία ως προς τις επιπτώσεις του πρωτοκόλλου υποβοήθησής τους στην υγεία τους.
Είναι αλήθεια ότι πρόσωπα που δεν ήρθαν ποτέ αντιμέτωπα με δύσκολες επιλογές που να αφορούν τη γονιμότητά τους, τους αδυνατούν πολλές φορές να κατανοήσουν εκείνους που αντιμετωπίζουν αυτές τις καταστάσεις. Σε κάθε περίπτωση, η ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή αποτελεί μια λύση που εμπλουτίζει τις διαθέσιμες επιλογές που ένα πρόσωπο ή ζευγάρι έχει στη διάθεση του.
Θα πρέπει να εμπεδωθεί κοινωνικά η πεποίθηση πως η εξωσωματική γονιμοποίηση δεν είναι η μόνη λύση για την απόκτηση τέκνων – είναι μια από τις διαθέσιμες λύσεις.
Τα ζευγάρια φτάνουν συνήθως σε εμάς τους ειδικούς, έχοντας ήδη εξαντληθεί συναισθηματικά και έχουν σοβαρούς προβληματισμούς τόσο σε επίπεδο ιατρικό και κοινωνικό όσο και σε ηθικό και θρησκευτικό όταν η συμβουλή μας είναι να ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ανάμεσα σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και ένας επιπλέον φόβος τους, και πιο ειδικά, εκείνος που συνοδεύει τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στο πρώτο στάδιο της εξωσωματικής γονιμοποίησης για τη διέγερση των ωοθηκών.
Τουλάχιστον σε αυτόν τον φόβο τους ήρθε να δώσει απάντηση η μεγαλύτερη μετα-ανάλυση ερευνών που έχει γίνει ποτέ και πραγματοποιήθηκε από το King’s College του Λονδίνου. Με τη συμμετοχή 1,8 εκατομμύριων γυναικών και διάρκεια σχεδόν 3 δεκαετιών οι ερευνητές αποφάνθηκαν πως: οι γυναίκες που λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή για τη διέγερση των ωοθηκών τους και προκειμένου να προχωρήσουν σε εξωσωματική γονιμοποίηση δεν διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, σε σχέση με το γενικό πληθυσμό, να εμφανίσουν στο μέλλον καρκίνο του μαστού.
Η έρευνα αυτή συγκέντρωσε στοιχεία από 15 χώρες του κόσμου γεγονός που σημαίνει ότι τα αποτελέσματα είναι τόσο ισχυρά που δεν θέτουν προβληματισμούς ούτε καν για το είδος θεραπείας που λαμβάνει η κάθε γυναίκα σε όποια χώρα του κόσμου και αν κατοικεί όποια θεραπεία και αν έχει λάβει.
Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής, ελπίζουμε να καθησυχάσουν όλες εκείνες τις γυναίκες οι οποίες καλούνται ή θα κληθούν να διαχειριστούν στο μέλλον εκτός από τα ανάμεικτα συναισθήματα ελπίδας, θλίψης, αισιοδοξίας που συνοδεύουν την προσπάθειά τους να βιώσουν τη μητρότητα, και το φόβο για την υγεία τους.
Θα πρέπει να μην παραγνωρισθεί πως και στο παρελθόν έχουν υπάρξει πολυάριθμες μελέτες, έρευνες και δεδομένα που κατέληγαν στα ίδια συμπεράσματα. Η συγκεκριμένη όμως έρευνα λειτουργεί ως επιστέγασμα για όλες όσες προηγήθηκαν καθώς ο αριθμός των συμμετεχόντων και η χρονική διάρκεια είναι μοναδικά.
Ανεξάρτητα όμως από την ασφάλεια των μεθόδων και των σκευασμάτων που χρησιμοποιούμε εμείς οι γιατροί που ασχολούμαστε με την ιατρική υποβοήθηση, ευχή μου είναι να ξεκινήσει από την εφηβεία και ίσως μέσα από τα σχολεία η ενημέρωση των νέων για τις συνήθειες που συμβάλλουν στη διατήρηση της καλής τους υγείας αλλά και της γονιμότητάς τους.
Στόχος όλων είναι να προετοιμαστούμε για ένα “ενημερωμένο” μέλλον που θα βασιστεί σε έναν στρατηγικό σχεδιασμό αναφορικά με την ατομική, κοινωνική και επαγγελματική μας ευθύνη.
Κωνσταντίνος Πάντος
Υπεύθυνος Μονάδας Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής και Διοικητικός Δ/ντης Γένεσις Αθηνών, ΓΓ Ελληνικής Εταιρείας Αναπαραγωγικής Ιατρικής