Ο γενεσιουργός πυρήνας, ο σπόρος, του σημερινού άρθρου περιέχεται στις συζητήσεις που έχω κάνει εδώ στη γενέτειρά μου πόλη Κατερίνη αρχικά με τον συμμαθητή και φίλο μου Ανέστη και στη συνέχεια με την μεγάλη παρέα μου (είμαστε συνταξιούχοι άνω των 65 ετών και μάλιστα ένας πέρασε το κατώφλι των 90!… )
Θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω τα ψυχοκοινωνικά δεδομένα της «τρίτης ηλικίας» χρησιμοποιώντας για το θέμα μαζί με προσωπικές εμπειρίες και πηγές της πολύ πλούσιας σε αποθέματα εμπειρικών μελετών και θεωρητικών απόψεων βιβλιογραφία των επιστημών της συμπεριφοράς.
Η έβδομη δεκαετία της ζωής, τα 60 χρόνια μας, ταυτίζεται ουσιαστικά και τυπικά με την απαρχή της καθοδικής πορείας του ατόμου καθώς εμφανίζεται μια πληθώρα προβλημάτων που καθιστούν την τρίτη, την συχνά αποκαλούμενη και «χρυσή» ηλικία, ως ίσως την πλέον δύσκολη περίοδο της ζωής μας.
Κυρίαρχη θέση στους προβληματισμούς αυτής της ηλικίας κατέχουν τα γενικά και ειδικά προβλήματα υγείας που ο καθένας και η καθεμιά αντιμετωπίζουμε. Για μερικούς τα προβλήματα αυτά παρουσιάζουν ενοχλητική, φορές-φορές βασανιστική ένταση ενώ σε όλους επέρχεται βαθμιαία η γενική απώλεια δυνάμεων και εξασθένιση της αντίστασης του οργανισμού σε μολύνσεις και ιώσεις.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 (το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί ήδη παρελθόν για την ΕΕ από τον Ιανουάριο του 2019) αριθμεί περίπου 450 εκατομμύρια κατοίκους. Σε αυτό το πληθυσμιακό σύνολο των κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 20.3%, δηλαδή ένας στους πέντε κατοίκους, είναι άνδρες και γυναίκες με ηλικίες άνω των 65 ετών.
Η χώρα μας, η Ελλάδα, έχοντας το 23% του πληθυσμού της 65 ετών και άνω εντάσσεται σήμερα στις πλέον γερασμένες χώρες της Ε.Ε ενώ θα παραμείνει στην ομάδα αυτή και τις τρεις επόμενες δεκαετίες μας λέει (σε συνέντευξή του στο ΑΜΠΕ) ο Βύρων Κοτζαμάνης, Διευθυντής του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών (ΙΔΕΜ), με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα των Ηλικιωμένων.
Σύμφωνα με τον ίδιο οδεύουμε προς έναν εκρηκτικό συνδυασμό «γήρανσης» και «υπεργηρίας» σε περισσοτέρους από 1 στους 4 Νομούς της χώρας μας, με αποτέλεσμα σύντομα (πολύ πριν το 2050) να έχουμε μια ομάδα όπου το 1/3 του πληθυσμού τους θα είναι 65 ετών και άνω, ενώ ταυτόχρονα το 1/4 εξ αυτών θα είναι «υπέργηροι».
Με μια γρήγορη ματιά σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat του 2023 διαπιστώνουμε ότι στα άτομα της τρίτης ηλικίας (άνω των 65 ετών) η Ιταλία επίσης κατέχει μια πρωτιά με ποσοστό 22.8% (με πληθυσμό 60.5 περίπου εκατ.), ακολουθεί η Πορτογαλία με 21.8%, (με πληθυσμό 10,2 εκατ.) στην ίδια θέση και η Φινλανδία με 21.8% (και πληθυσμό 5.5 εκατ.), η Γερμανία με 21.5% (και πληθυσμό 83.8 εκατ.) και η Βουλγαρία με 21.3%. (με πληθυσμό 7 εκατ.).
Δείτε το σχετικό άρθρο της Eurostat υπογραμμίζοντας ότι όσοι θέλουν μπορούν να μελετήσουν περισσότερο το μακροσκελές άρθρο εδώ
Σήμερα στην Ευρώπη των 27 ελάχιστα μεγαλύτερος από τα 3 άτομα είναι ο αριθμός των εργαζομένων που καλούνται να στηρίζουν τις συντάξεις των ατόμων άνω των 65. Με απλά λόγια μεγαλώνει ο αριθμός των συνταξιούχων ενώ ταυτόχρονα συρρικνώνεται ο αριθμός και τα εισοδήματα των οικονομικά ενεργών πολιτών-κατοίκων της Ευρωπαϊκή Ένωσης.
Αυτή η πραγματικότητα σίγουρα εγκυμονεί μελλοντικούς κινδύνους που, βέβαια, δεν μπορεί να διαχειρισθεί η δική μου παρέα ή άλλες παρόμοιες παρέες στους 27 της Ε.Ε.
Στο σημείο αυτό πιστεύω ότι ίσως θα ήταν χρήσιμο να επικαλεστώ εκείνη την ανώνυμη αλλά εντυπωσιακά σοφή παρατήρηση που προσδιορίζει ότι:
«Εμείς οι άνθρωποι χαλάμε την υγεία μας στη νιότη προσπαθώντας να απολαύσουμε τη ζωή και να αποκτήσουμε οικονομικά αγαθά που θα χρειαστεί να ξοδέψουμε στα ‘γεράματα’ για να την ξαναβρούμε!..»
Πέρα από τα γενικότερα θέματα του βιολογικού μας προβληματισμού στην έβδομη δεκαετία της ζωής μας, με τα 65 περίπου χρόνια ερχόταν πριν μας έρθουν τα Μνημόνια και η Τρόικα (τώρα τους λέμε θεσμούς), για την συντριπτική πλειοψηφία των μελών κάθε σύγχρονης αστικό-βιομηχανικής κοινωνίας και η υποχρεωτική συνταξιοδότηση από την υπηρεσία, τον οργανισμό ή την επιχείρηση όπου ίσως είχαμε αναλώσει μια ολάκερη ζωή.
Στην φάση αυτή, στο δύσκολο αυτό πέρασμα της ζωής ξαφνικά το άτομο βρίσκεται αντιμέτωπο με τη νέα πραγματικότητα του ψυχό-κοινωνικό-οικονομικού και επαγγελματικού του παροπλισμού και έχει τώρα πιά στη διάθεσή του αυτό που μοιάζει με αμέτρητες ώρες ελεύθερου χρόνου!..
Όπως διατείνεται και το λιγότερο δραστήριο μέλος της δικής μου παρέας «Να τις κάνουμε τι;» θέτοντας το ερώτημα «η κοινωνία μάς προετοίμασε για αυτή την εποχή της ζωής μας;»
Πέρα από τα προβλήματα σωματικής υγείας και αποκοπής από την ενεργό συμμετοχή στο επάγγελμα ή την απασχόληση το άτομο της τρίτης ηλικίας έχει να αντιμετωπίσει και μια σειρά ψυχολογικών προβλημάτων ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνεται και το πολύ σημαντικό γεγονός του θανάτου του ή της συντρόφου του.
Η «τρίτη ηλικία» χαρακτηρίζεται από βαθμιαία αλλά σίγουρη άμβλυνση του συναισθηματικού ρεπερτορίου κάθε ατόμου ενώ παράλληλα παρατηρούμε και μια πεισματική σχεδόν αντιμετώπιση καταστάσεων και συνανθρώπων που συνοδεύεται από έντονη ευερεθιστότητα.
Σίγουρα η τρίτη, «η χρυσή» ηλικία δεν είναι εύκολη καθώς ο καθένας και η καθεμιά μας αντιμετωπίζουμε πιά και το αναπόφευκτο, για κάθε ζωντανό οργανισμό αλλά μοναδικά συνειδητοποιημένο από το ανθρώπινο γένος δεδομένου του τέλους της ζωής, του θανάτου.
Καλώ την προσοχή σας στη διαπίστωση ότι η βαθμιαία απώλεια σωματικών, διανοητικών και ψυχικών ικανοτήτων και η αποκοπή από την επαγγελματική και οικονομική δραστηριότητα μαζί με την άμβλυνση των διαπροσωπικών και ευρύτερων κοινωνικών μας σχέσεων δεν συνιστούν οπωσδήποτε την τελεσίδική καταδίκη του ατόμου σε περιθωριοποίηση.
Άτομα της «τρίτης ηλικίας» είτε ζουν ακόμη στο δικό τους διαμέρισμα ή σε κάποιο ίδρυμα αναπτύσσοντας νέες δραστηριότητες και νέες γνωριμίες, νέα ενδιαφέροντα για τη ζωή συνεπικουρούμενα από τις προόδους των βίο-ιατρικών και ψυχοκοινωνικών επιστημών απαλύνουν τα προβλήματα και διανοίγουν νέους ορίζοντες δημιουργικής ύπαρξης ακόμη και στην περίοδο που αποτελεί το λυκόφως της εφήμερης ζωής μας…
Ο τρόπος που επιλέγει ο καθένας και η καθεμία μας να βιώσουμε την τρίτη ηλικία αποδεχόμενοι ότι νομοτελειακά είμαστε «εφήμεροι» μπορεί να λειτουργήσει ως «βραβείο ανοιχτής παλάμης» στον αναπόφευκτα επερχόμενο θάνατο!
(*) Γράφει ο Δρ. Γιώργος Πιπερόπουλος, Αρθρογράφος, Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας – Ψυχολογίας, Επίτιμος Καθηγητής Μάνατζμεντ και Μάρκετινγκ στο Βρετανικό Πανεπιστήμιο Durham