«Στις μια το μεσημέρι, ενώ είμαι στο εργαστήριο στη Λάρισα κι ετοιμάζω το εμπόρευμα για το παζάρι της Καρδίτσας, με παίρνει η κόρη από την Χίο. Είναι στο νοσοκομείο, την έχουν κάνει λέει εισαγωγή, είναι ναρκωμενη ή εξαντλημένη κι όταν την ρωτάω σε ποια κλινική μου απαντάει “στην χειρουργικη, κάτι μου βγάλανε από τον λαιμό”. Παίρνω το πρώτο τραινο που ξεκινάει στις τρεις για να προλάβω το πλοίο των οκτώ, μια και δεν υπήρχε θέση σε καμία πτήση, είτε από Αθήνα, είτε από Θεσσαλονίκη. Φτάνω Πειραιά στις οκτώ, τρέχω απέναντι από τον σταθμό στα εκδοτηρια, τους λέω στα γρήγορα τι συμβαίνει κι αντί να μου κόψει εισιτήριο χανοντας χρονο, μου λέει τρέχα για ταξί μπας και το προλάβεις πριν σηκώσει καταπέλτη. Τσακίζομαι να τρέχω, βρίσκω ένα, μπαίνω, του λέω τι συμβαίνει και γκαζώνει όσο μπορεί, με σφήνες κι αναβοσβημα φώτων να προλάβει. “Σε νιώθω φίλε, αλλά μάλλον θα το χάσουμε.” Φτάνουμε κι έχει σηκώσει καταπέλτη αλλά δεν έχει λύσει κάβο. Κατεβαίνω, τρέχω, φωνάζω στους αξιωματικούς που είναι στο κατάστρωμα αν μπορούν να κατεβάσουν, ξέροντας πόσο απίθανο είναι. Ένας βαριεστημένο αδιάφορος λιμενεργάτης με κοιτάει λέγοντας ” Φίλε το πλοίο εφυγε” ενώ ένας σκληρός και τυπικός λιμενικος με πλησιάζει και με διατάζει να απομακρυνθώ από την προβλήτα. Απομακρυνομαι ενώ την ίδια στιγμή του λέω ότι η κόρη μου έκανε εισαγωγή στο νοσοκομείο της Χιου, μάλλον έχει κάνει εγχείριση στον λαιμο και είναι μόνη της. Σταματάει, με κοιτάει, γυρνάει προς τους αξιωματικούς που παρατηρούν από το κατάστρωμα χωρίς να καταλαβαίνουν και δίνει εντολή στον λιμενεργάτη να μη λύσει τον κάβο και να ΡΙΞΟΥΝ ΞΑΝΑ ΤΟΝ ΚΑΤΑΠΕΛΤΗ!!! Ο λιμενεργάτης που τα έχει ακούσει όλα, τον αγνοεί κάνοντας τάχα πως δεν ακουει, βγάζει το σχοινί από τον κάβο και φεύγει. Ο λιμενικος αρπάζει το σχοινι πριν μαζευτει, ενώ οι αξιωματικοί του πλοίου ενημέρωναν την γέφυρα, τον ξαναπερναει στον κάβο, κι αγριεμένος απευθύνεται στον επικεφαλής του καταστρωματος: ” Είπα κατεβάστε καταπέλτη!” Ο καταπέλτης κατεβαίνει κι εγώ μπαίνω μέσα. Ούτε ευχαριστώ δεν πρόλαβα να του πω. Θα τον βρω όμως. Γιατί ανθρωπάκια σαν τον λιμενεργατη συναντάω συνεχώς. ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ σαν τον λιμενικο και τον ταξιτζή είναι που βρίσκω σπανια.»
«…ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ σαν τον λιμενικό…είναι που βρίσκω σπάνια…»
«Στις μια το μεσημέρι, ενώ είμαι στο εργαστήριο στη Λάρισα κι ετοιμάζω το εμπόρευμα για το παζάρι της Καρδίτσας, με παίρνει η κόρη από την Χίο. Είναι στο νοσοκομείο, την έχουν κάνει λέει εισαγωγή, είναι ναρκωμενη ή εξαντλημένη κι όταν