Συνέντευξη στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» και τον δημοσιογράφο Μάνο Χαραλαμπάκη παραχώρησε ο μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος.
Σχετικά με το ζήτημα της πανδημίας και την στάση που ο ίδιος κρατά, ο κ. Ιγνάτιος παρατήρησε ότι τον εξέφρασε η φράση του Οικουμενικού Πατριάρχου «δεν κινδυνεύει η πίστη μας αλλά οι πιστοί» και ότι «το εμβόλιο είναι δώρο Θεού». Μίλησε για την προσπάθεια που καταβάλλεται στην Τοπική Εκκλησία να μειωθεί ο αριθμός των αντιεμβολιαστών, ενώ χαρακτήρισε «απαράδεκτη» την στάση των ιερέων, που προξενούν τεράστια ζημιά στους πιστούς.
Η νοοτροπία αυτή τον ανάγκασε να αποστείλει και δεύτερη αυστηρότερη Εγκύκλιο στους κληρικούς του, διά της οποίας απαγορεύει «κάθε αναφορά στην ασθένεια covid-19 και στον εμβολιασμό, είτε σε κήρυγμα είτε σε άλλη περίσταση, καθώς επίσης και στο πλαίσιο της εξομολόγησης και της προσωπικές επικοινωνίας με τους ενορίτες. Ο ρόλος της Εκκλησίας», επεσήμανε, «είναι να τους οδηγήσει στον σωστό δρόμο με την πειθώ και με τα καλά παραδείγματα». Ειδική αναφορά έκανε στην πρόσφατη χειροτονία του διαπρεπούς Επιστήμονα – Χειρουργού π. Δημητρίου Λινού, η περίπτωση του οποίου είναι η καλύτερη απόδειξη ότι δεν υπάρχει σύγκρουση μεταξύ πίστης και επιστήμης.
Σε άλλο σημείο, ο κ. Ιγνάτιος αναφέρθηκε στις μειονότητες που βάζουν σε κίνδυνο την ζωή των πολιτών: «Ο θρησκευτικός φανατισμός είναι σαν τα ναρκωτικά. Η έμμονη ιδέα και ο θρησκευτικός φανατισμός δημιουργούν εξάρτηση σε έναν άνθρωπο. Και η απεξάρτηση είναι τόσο δύσκολη όσο είναι και από τις ουσίες και από τα ναρκωτικά. Διότι θωρακίζεσαι σε έναν τρόπο σκέψης που δεν μπορείς εύκολα να τον εκλογικεύσεις. Δεν θέλεις να δεις την πραγματικότητα. Μένεις εγκλωβισμένος, θεωρώντας, με έναν τρόπο στον πνευματικό τομέα, ότι ξεχωρίζω από τους άλλους. Αυτή είναι η αμαρτία μας. Είναι ο φαρισαϊσμός που ο Χριστός πολέμησε. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που κάθε τι νέο το βλέπουν με τρόπο που ξεφεύγει από τα όρια της πίστης. Μάλιστα, κάποιοι Πνευματικοί – Εξομολόγοι, ειδωλοποιούν και τον εαυτό τους και τον λόγο τους και δημιουργούν μια σχέση αρχηγού και οπαδών. Αλλά, πάντα χρειάζονται έναν εχθρό, για να διατηρηθεί αυτή η σχέση».
Ο ιεράρχης, αναφέρθηκε στην επιλογή του διαλόγου και της δημιουργίας γεφυρών, προκειμένου να υπάρξει ενότητα και συνεννόηση. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο τρόπος που πολιτεύεται ως μέλος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος: «Προτιμώ να ενώνω. Νομίζω ότι μου αρμόζει και μου ταιριάζει. Είναι πολύ σημαντικό στη ζωή μας να μπορούμε να διαλεχθούμε. Πρώτα απ’ όλα, να ακούσουμε τον άλλον. Η Εκκλησία είναι χώρος διαλόγου. Και στην ιεραρχία προσπαθώ να πω την άποψή μου, κάνοντας μια σύνθεση πραγμάτων. Πρέπει αυτό που θα πεις να οδηγεί κάπου. Αυτό κάνει η γέφυρα, ενώ το τείχος απομονώνει και κάποιες φορές γκρεμίζεται».
Ερωτηθείς για το θέμα του εκσυγχρονισμού της Εκκλησίας και το ζήτημα της χειροτονίας γυναικών, αναφέρθηκε σε έναν υφέρποντα συντηρητισμό, «ο οποίος δεν επιτρέπει να δούμε ούτε την αναβίωση του θεσμού των Διακονισσών, που υπήρχε στην Εκκλησία και δεν καταργήθηκε ποτέ». Μίλησε, όμως και για την ποιμαντική προσέγγιση των νέων της εποχής μας, χαρακτηρίζοντάς την «το πιο δύσκολο κομμάτι. Πρέπει να βρούμε τη γλώσσα με την οποία θα επικοινωνήσουμε με τους νέους», κάτι στο οποίο βοηθά η χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας.
Ακολούθως, ο μητροπολίτης Δημητριάδος αναφέρθηκε στο μείζον πρόβλημα της πατρίδας μας που είναι η υπογεννητικότητα, με αφορμή και στοιχεία που καταγράφουν δραματική μείωση των μαθητών στα σχολεία της Μαγνησίας κατ’ έτος: «Το κενό νομοτελειακά θα καλυφθεί από άλλους. Άρα, δεν θα μας φταίνε οι άλλοι, αλλά εμείς θα πρέπει να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις να είμαστε με τους άλλους και οι άλλοι μαζί μας. Για εμένα, εδώ είναι το σπουδαίο έργο της Εκκλησίας. Θα πρέπει να συγκρατήσει τον λαό μας να μη γίνει ξενόφοβος και ρατσιστής. Να νιώθει σιγουριά για την ιστορία του, την πίστη του και έτσι να υπερασπίζεται και τις ελευθερίες των άλλων που μπορεί να έχουν άλλη πίστη ή καταγωγή. Εδώ ο ρόλος της Εκκλησίας μας είναι σημαντικότατος, γιατί η Εκκλησία πρέπει να ενώνει».
Ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε στο σημαντικό κοινωνικό έργο που επιτελείται στην Μητρόπολη Δημητριάδος, που έρχεται σε συνέχεια του μεγάλου προκατόχου του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου και έκανε ιδιαίτερη μνεία στην προσέγγιση των νέων ΡΟΜΑ: «Υπάρχουν παιδιά που πείστηκαν να πάνε στο σχολείο και αρκετά πήγαν στο Πανεπιστήμιο. Σπάμε την άποψη ότι όποιο παιδί είναι στο μαχαλά είναι χαμένο. Πολλά κερδίζουν τη ζωή τους. Σπάμε τις προκαταλήψεις και από τις δύο πλευρές». Αναφέρθηκε, επίσης, στην δράση της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, στην «Πράσινη» ενορία, που δημιουργείται στο Βόλο, αλλά και στο πεδίο του Πολιτισμού, εξαιρετικό έργο στο οποίο επιτελεί ο φορέας «Μαγνήτων Κιβωτός»: «Σε όποιο έργο επιτελεί η Μητρόπολη βασική επιδίωξη είναι οι συμπράξεις και οι συνεργασίες με φορείς, την Αυτοδιοίκηση. Αλλά και στις σχέσεις με την Πολιτεία, καλώς ή κακώς, δεν μπορούμε να πάμε ποτέ σε ένα μοντέλο Γαλλίας. Θα πάμε πάντοτε με μία συναλληλία. Έχουμε συνείδηση ότι ο καθένας έχει τον δικό του ρόλο».
Η συνέντευξη ολοκληρώθηκε με αναφορά στις χειροτονίες επαγγελματιών, που παράλληλα, με την εργασία τους, θέλουν να προσφέρουν στην Εκκλησία: «δημιουργήσαμε έναν τέτοιο θεσμό ανθρώπων που κρατούν το επάγγελμά τους και έγιναν και Ιερείς. Αν δεν τους είχαμε, θα είχαμε μείον 30 κληρικούς. Θα είχαμε πρόβλημα».