Εθνική Στρατηγική και Αστυνομική δραστηριότητα ΛΣ-Ακτοφυλακής επί Υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ

 Σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του Ν. 4150/2013 όπως ισχύει, οι αρμοδιότητες του Λιμενικού Σώματος − Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ-ΕΛ.ΑΚΤ.), ασκούνται στο θαλάσσιο χώρο ευθύνης του, στα πλοία και στα πάσης φύσεως πλωτά ναυπηγήματα, στους δημόσιους και ιδιωτικούς λιμένες και στις λιμενικές ζώνες τους, όπως ειδικότερα καθορίζεται από τις κείμενες διατάξεις, ιδίως στο ν.δ. 444/1970 (Α΄ 39), στο άρθρο 29 του ν. 2971/ 2001 (Α΄ 285), στο άρθρο 12 του ν. 2289/1995 (Α΄ 27), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 163 του ν. 4001/2011 (Α΄ 179) και όπως ισχύει, και πάντως, μόνο στους χώρους που η κείμενη νομοθεσία ορίζει ως χώρους αρμοδιότητάς του.

Γράφει ο

ΝΙΚΟΣ ΣΠΑΝΟΣ

Υποναύαρχος ε.α

Συναφώς και σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου, στην αποστολή του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. περιλαμβάνεται – μεταξύ άλλων – η λήψη μέτρων για την παρακολούθηση, την άσκηση αστυνόμευσης και τον έλεγχο των θαλάσσιων συνόρων.

Κατ΄ ακολουθία και σύμφωνα με την παρ. 17 του άρθρου 12 του ν. 2289/1995 (Α΄ 27), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 163 παρ. 6 του Ν. 4001/2011, η αστυνόμευση στις θαλάσσιες περιοχές της υφαλοκρηπίδας ή της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης, στις μόνιμες ή προσωρινές εγκαταστάσεις ή πλωτές κατασκευές επί της υφαλοκρηπίδας ή της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ή υπεράνω αυτών, που προορίζονται για εργασίες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, ασκείται από το Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή (ΛΣ-ΕΛΑΚΤ). 

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ίδιο άρθρο, “…γύρω από τις μόνιμες ή προσωρινές εγκαταστάσεις ή πλωτές κατασκευές επί της υφαλοκρηπίδας ή της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ή υπεράνω αυτών, που προορίζονται για εργασίες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, δημιουργείται ζώνη ασφαλείας πεντακοσίων (500) μέτρων που υπολογίζεται από τα ακραία σημεία των εγκαταστάσεων ή κατασκευών αυτών. Η ζώνη ασφαλείας με τις σε αυτήν εγκαταστάσεις και κατασκευές, ο υπερκείμενος εναέριος χώρος και ο υποκείμενος θαλάσσιος χώρος είναι χώροι απαραβίαστοι…”. 

Από το συνδυασμό των προαναφερθεισών διατάξεων, με σαφήνεια προκύπτει ότι, το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ μεταξύ άλλων, έχει καταστεί καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο για την άσκηση αστυνομικών αρμοδιοτήτων, τόσο στις θαλάσσιες περιοχές της υφαλοκρηπίδας ή / και της ΑΟΖ (οπουδήποτε και οποτεδήποτε, κατά περίπτωση αυτή κηρυχθεί), στις οποίες εγκατασταθούν – ή/και εκκινηθούν οι διαδικασίες εγκατάστασης – μόνιμες ή προσωρινές πλωτές κατασκευές, οι οποίες θα προορίζονται για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, όσο και στην ευρύτερη έκταση της υφαλοκρηπίδας ή/και της ΑΟΖ, όπου έχει κηρυχθεί αυτή. Δηλαδή, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις και συνδυαστικά με εκείνες του Ν. 4150/2013, το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ ασκεί τις κατά νόμο αρμοδιότητές του, τόσο στο θαλάσσιο χώρο ευθύνης του όπως εκείνος καθορίζεται με τον Ν . 4150/2013, όσο και πέραν αυτού, ήτοι, πέραν της αιγιαλίτιδας ζώνης, δηλαδή επί της συνορεύουσας ζώνης και επί της ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. 

Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της θάλασσας, τα παράκτια Κράτη έχουν κυριαρχικά δικαιώματα στην περιοχή της υφαλοκρηπίδας, ήτοι την εκτεινόμενη πέραν των 6 νμ της αιγιαλίτιδας ζώνης όπως εν προκειμένω της Ελλάδας. Κατ΄ ακολουθία, το ΛΣ, σε εφαρμογή των προμνημονευθεισών διατάξεων, ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα του κράτους στην υφαλοκρηπίδα, δηλαδή, ασκεί αστυνομικά καθήκοντα στη θαλάσσια αυτή περιοχή, ωστόσο, εντός του πλαισίου των δικαιωμάτων που έχει ένα παράκτιο κράτους στην υφαλοκρηπίδα και όχι εντός των υφισταμένων αστυνομικών αρμοδιοτήτων στο σύνολό τους, όπως εκείνα θα υφίστατο εντός της αιγιαλίτιδας ζώνης. Τα αστυνομικά αυτά καθήκοντα, σύμφωνα πάντα με την ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 17 του Ν. 4001/2011, αφενός, εξικνούνται σε εκείνα που σχετίζονται είτε άμεσα, είτε έμμεσα με τη διασφάλιση της ασφαλούς διενέργειας εργασιών έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων εντός της θαλάσσιας περιοχής της υφαλοκρηπίδας, αφετέρου, εξακολουθούν να έχουν σαφέστατη αστυνομική χροιά και υπόσταση και, κατά συνακολουθία, να συνιστούν καθαυτά τη θωράκιση της Χώρας από εξωτερικούς και εσωτερικούς κινδύνους, που αποσκοπούν στην υπονόμευση του σημαντικότατου αυτού αναπτυξιακού έργου έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, στοχεύοντας στην ανάπτυξη αισθήματος ανασφάλειας στους δυνητικούς επενδυτές.

Συνακόλουθα, τα ίδια κατ’ αντιστοιχία ισχύουν και για τη θαλάσσια περιοχή της ΑΟΖ, ήτοι, αφενός, οι αρμοδιότητες του ΛΣ-ΕΛΑΚΤ εντός της εν λόγω περιοχής, συναρτώνται με τη διασφάλιση της ασφάλειας των δραστηριότητων έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, ειδικά, και όχι με την αστυνόμευση σε οριζόντιο επίπεδο, όπως εκείνη που ασκείται στην αιγιαλίτιδα ζώνη, αφετέρου, τουλάχιστον για την επίμαχη αυτή δραστηριότητα, καθίσταται το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ ως ο θεματοφύλακας της διασφάλισης της ασφαλούς διενέργειάς της, καθ’ όλο το – αρκετά μεγάλο – θαλάσσιο εύρος που εκείνη (η ΑΟΖ) είτε  ήδη εκτείνεται, είτε θα εκτείνεται ακτινοειδώς των ακτών της Ελληνικής Επικράτειας, πάντοτε βεβαίως υπό το πρίσμα των διατάξεων του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της θάλασσας.

Καθώς, λοιπόν καθίσταται σαφές από την όλη οικονομία των προπαρατεθέντων, η διάταξη αυτή, έχει αναγάγει πλέον το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ ως το κατεξοχήν καθ΄ύλην και κατά τόπο αρμόδιο για την αστυνόμευση, στις ως άνω συντρέχουσες περιπτώσεις, των υπερκείμενων της υφαλοκρηπίδας υδάτων ή της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (αφής στιγμής αυτή κηρυχθεί καθώς επίσης και όπου έχει ήδη κηρυχθεί), στις μόνιμες ή προσωρινές εγκαταστάσεις ή πλωτές κατασκευές επί της υφαλοκρηπίδας ή της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ή υπεράνω αυτών, που προορίζονται για εργασίες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. Δηλαδή, με τη διάταξη αυτή, δυνητικά το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ έχει αρμοδιότητα ως προς την αστυνόμευση, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και όρους και πάντοτε εντός του νομικού πλαισίου που διέπει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, πέραν των 6 ν.μ., γεγονός το οποίο, καθ’ αυτό, του προσδίδει τεράστια αρμοδιότητα στην αστυνόμευση του θαλάσσιου πεδίουΣυναφώς, αξίζει να επισημανθεί το τελευταίο εδάφιο της επίμαχης παραγράφου του ως άνω Νόμου, σύμφωνα με την οποία, με συνοπτική διαδικασία, ήτοι με μία απλή αίτηση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΥΝΑΝΠ), ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας οφείλει να διαθέσει την αναγκαία ένοπλη δύναμη για ενίσχυση των οργάνων του Λιμενικού Σώματος, ως προς την αστυνόμευση των εν λόγω εγκαταστάσεων και θαλάσσιων χώρων, δηλαδή, οι ένοπλες δυνάμεις να συνεπικουρήσουν στο αστυνομικό έργο του ΛΣ-ΕΛΑΚΤ, εφόσον κριθεί τούτο αναγκαίο, διατελώντας υπό τις κατευθύνσεις και οδηγίες του. 

Η διάταξη αυτή καθ’ αυτή, δυνητικά, καθιστά το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ σημαντικότατη ένοπλη δύναμη για την αστυνόμευση των υπόψη θαλάσσιων χώρων και εγκαταστάσεων, αφού, τα εντεταλμένα στελέχη του οφείλουν στις συντρέχουσες αυτές περιπτώσεις, να επιχειρούν, ασκώντας αστυνομικά καθήκοντα, στους χώρους αυτούς, αμιγώς ή εναλλακτικά, και εφόσον συνδράμουν και άλλα Σώματα ή δυνάμεις, αυτά να υπόκεινται στον επιχειρησιακό έλεγχο του ΛΣ-ΕΛΑΚΤ.

Υπό το πρίσμα των προπαρατεθέντων, καθίσταται αυτονόητο ότι, η κατάλληλη αξιοποίηση της διάταξης αυτής, θα πρέπει να αποτελέσει την πρώτη προτεραιότητα, σε στρατηγικό, επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο, καθώς, συναρτάται με την οικονομική ανάπτυξη της Χώρας και αποτελεί το μέλλον, τόσο για την ίδια τη Χώρα, αλλά και για το ΛΣ – ΕΛ.ΑΚΤ του μέλλοντος. 

Κατά συνέπεια, στο πλαίσιο εξέτασης των δυνατοτήτων του “αντίπαλου δέους” ως προς τον επιχειρησιακό έλεγχο του Αιγαίου στα θέματα της αστυνόμευσης, αξίζει να σημειωθεί ότι, επί της ουσίας, μέρος της Τουρκικής Ακτοφυλακής αποτελεί η περίφημη Διοίκηση Ασφάλειας Ακτών. Η εν λόγω Δ/νση αρχικά υπαγόταν στο Υπουργείο Εσωτερικών, ενώ από το 2003 υπήχθη στο Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων ως ανεξάρτητη διοίκηση. Σύμφωνα με το σχέδιο αναδιοργάνωσης που είχε εκπονηθεί το 2014, στελεχώνεται από 7.000 άτομα με τελικό στόχο να φθάσει τα 10.000. Η Διοίκηση διαθέτει 65 βάσεις και λιμάνια από τα οποία επιχειρούν ελικόπτερα και Αεροσκάφη Ναυτικής Συνεργασίας (ΑΦΝΣ). 

Μεταξύ των σκοπών της Διοίκησης είναι η ανάληψη αποστολών έρευνας και διάσωσης (SAR), καθώς και η προστασία των τουρκικών συμφερόντων σε θέματα που άπτονται της Τουρκικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Στο πλαίσιο αυτό, αποφασίσθηκε η υλοποίηση ενός προγράμματος ναυπηγήσεων τεσσάρων πλοίων έρευνας και διάσωσης ανοικτής θάλασσας εκτοπίσματος 1.700 τόνων, τα οποία να μπορούν να φιλοξενήσουν ελικόπτερο. Το πρώτο πλοίο – που έδωσε και το όνομα στην κλάση – «Dost» (701) (Φίλος) καθελκύστηκε από τα Ναυπηγεία RMK τον Ιούνιο του 2010. Το δεύτερο πλοίο ονομάστηκε «Guven» (702) (Εμπιστοσύνη) καθελκύστηκε τον Δεκέμβριο του 2010. Το τρίτο πλοίο της κλάσης «Umut» (703) (Ελπίδα) καθελκύστηκε στις 31 Μαίου 2011. Τέλος, καθελκύσθηκε και το τελευταίο σκάφος του προγράμματος, το «Yasam» (704) (Ζωή), που ολοκλήρωσε το πρόγραμμα. Τα τέσσερα αυτά σκάφη σχεδιάστηκαν να φιλοξενούν ελικόπτερο και να επιχειρούν υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Αναπτύσσουν ταχύτητα 22 κόμβων και έχουν εμβέλεια 3.500 μιλίων με οικονομική ταχύτητα 14 κόμβων. Το πλήρωμα τους είναι 60 άτομα. Οι αποστολές που αναλαμβάνουν είναι
έρευνα και διάσωση (SAR), περιπολία, επιτήρηση ακτών, θαλάσσιος έλεγχος, αποτροπής λαθρεμπορίου και λαθρομετανάστευσης, αποτροπής ρύπανσης, κατάσβεσης πυρκαγιών
. Ο οπλισμός τους αποτελείται από ένα δίδυμο πυροβόλο των 40 χλστ και δύο σταθεροποιημένα πολυβόλα των 12,7 χλστ, ενώ στο υπόστεγο που φέρει μπορεί να φιλοξενήσει ένα ελικόπτερο AB-412 EP. 

Καθώς γίνεται αντιληπτό από τα προεκτεθέντα, η Τουρκία, με σαφώς μικρότερη ΑΟΖ και γενικά ακτογραμμμή από εκείνη της Ελλάδας, έχει ήδη προβεί σε εξοπλισμό πλοίων ανοικτής θαλάσσης με εμφανή προσανατολισμό την απόκτηση του επιχειρησιακού ελέγχου στα θέματα αυτά στη θαλάσσια περιοχή του Αιγαίου. 

Όσον αφορά, λοιπόν, το ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ, ο προσανατολισμός εκ των πραγμάτων πρέπει να στραφεί προς τον εξοπλισμό πλοίων ανοικτής θαλάσσης  και την κατ΄ ουσίαν δημιουργία στόλου τέτοιων πλοίων, για την εφαρμογή της επίμαχης διάταξης του Ν. 2289/95 όπως ισχύει, ώστε, να σταθεί ως ίσος προς ίσον απέναντι στην Τουρκική Διοίκηση Ασφάλειας Ακτών, στο κομμάτι αυτό της αστυνόμευσης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, υπερασπίζοντας καθ΄αυτόν τον τρόπο τα Ελληνικά κεκτημένα, αφού, αυτό άλλωστε του έχει ανατεθεί και από τις κείμενες διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας. 

Το γεγονός δε αυτό, οπωσδήποτε θα συμβάλλει ακόμη περισσότερο στη διαλειτουργικότητα και διακλαδικότητα μεταξύ ΠΝ και ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ, δημιουργώντας επί της ουσίας ένα ακόμα ομόκεντρο κύκλο ασφάλειας, αυτόν του ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ, στους θαλάσσιους αυτούς χώρους, και, κατ’ επέκταση, ένα επιπλέον «ανάχωμα» στις όποιες επιβουλευτικές πράξεις από τρίτους. Επιπρόσθετα, οι όποιες ενέργειες αποτροπής έκνομων πράξεων ή ακόμα και εγκληματικών ενεργειών, θα πραγματοποιούνται, καταρχήν, υπό το πρίσμα της αστυνομικής φιλοσοφίας και κανόνων αποτροπής, δημιουργώντας καθ αυτόν τον τρόπο ένα πρώτο επίπεδο ασφάλειας, πριν την τυχόν διαβάθμισή της σε στρατιωτικού τύπου ενέργειες, γεγονός το οποίο, ελλείποντος του ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ θα λάμβανε χώρα εκ των πραγμάτων εν τη γενέσει του περιστατικού, αφού, εξαρχής, επιλαμβανόταν στην ανοικτή θάλασσα το ΠΝ, το οποίο – ευνόητα – έχει γαλουχηθεί με άλλη φιλοσοφία, εδραζόμενη σε αμιγώς στρατιωτικού τύπου ενέργειες και δράσεις. 

Σε κάθε περίπτωση, οι κανόνες εμπλοκής και αποτροπής στις συντρέχουσες αυτές περιπτώσεις, θα ήταν φρόνιμο, για ευνόητους λόγους, να αναβαθμίζονται σταδιακά, ξεκινώντας από ένα χαμηλό επίπεδο ασφάλειας και εμπλοκής, όπως εν προκειμένω εκείνο που θα προσιδιάζει σε αμιγείς ενέργειες – δράσεις αστυνομικού περιεχομένου, και στη συνέχεια, εφόσον δεν ευοδωθούν, να αναβαθμιστούν σε έτερες στρατιωτικού περιεχομένου, πάντοτε βεβαίως υπό τις κατευθυντήριες οδηγίες των επιτελείων. 

Εν προκειμένω, η ανάπτυξη στόλου πλοίων ανοικτής θάλασσας από πλευράς ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ, για την επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού της αστυνόμευσης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, θα δημιουργούσε εκ των πραγμάτων την παραπάνω διαβάθμιση κρίσεων. 

Από την υλοποίηση των προεκτεθέντων προκύπτει η αναγκαιότητα επαναπροσδιορισμού των στρατηγικών στόχων του ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ, όσον αφορά τον τομέα της αστυνόμευσης του θαλάσσιου πεδίου, στη βάση των ως άνω, δηλαδή, στην αστυνόμευση της ΑΟΖ και των υπερκείμενων της υφαλοκρηπίδας υδάτων και των εγκαταστάσεων εξόρυξης υδρογονανθράκων επί αυτών.

Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να γίνουν δομικές αλλαγές στο ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ, αρχικά σε Κεντρικό Επίπεδο, όσον αφορά στον τομέα της εκπαίδευσης (βασική, μετεκπαίδευση) και στον τομέα της εκπαίδευσης (περιπολίες αστυνόμευσης στην ανοικτή θάλασσα και αντίστοιχοι κανόνες εμπλοκής – αποτροπής εκνόμων ενεργειών).

Ιδίως και όσον αφορά τον επιχειρησιακό τομέα καθ’αυτό, θα πρέπει υπό το πρίσμα των προρρηθέντων, να ενισχυθεί και να ενδυναμωθεί κατά πολύ ο επιχειρησιακός πυλώνας, σε όλα τα επίπεδα, αρχής γενομένης του Κεντρικού – Επιτελικού Επιπέδου. 

Η κατάρτιση Επιτελικής Μελέτης αλλά και ειδικού προς τούτο Επιχειρησιακού Σχεδίου ανάληψης ενεργειών με διαβάθμιση επιπέδων θα μπορούσαν να αποτελέσουν τις βάσεις πάνω στις οποίες θα εδράζονταν το επίμαχο ζήτημα, το οποίο, έχει σαφή αναπτυξιακό πρίσμα που προσβλέπει στη δημιουργία μιας ισχυρής Χώρας μέσα στην Ευρώπη. 

Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι, το νέο ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ, όπως θα αναδιαμορφωθεί στη βάση των παραπάνω προτάσεων, θεωρείται ότι, θα πρέπει να υποστηριχθεί και από ένα
ισχυρό Εθελοντικό Σώμα, στα πρότυπα της Auxilliary Coast Guard των ΗΠΑ. 

Κάτι τέτοιο δεν είναι πρωτόγνωρο, καθώς, ήδη υφίσταται ο Ν.4029/2011 με τον οποίο έχει συσταθεί η Εθελοντική (Επικουρική) Ακτοφυλακή και τελεί υπό χρόνια αναμονή η έκδοση – δημοσίευση των κατ΄εξουσιοδότηση Αποφάσεων, για την ουσιαστική ενεργοποίησή τους. Η Εθελοντική (Επικουρική) Ακτοφυλακή, θα συνεπικουρεί στο τεράστιο έργο του ΛΣ-ΕΛΑΚΤ, προσδίδοντάς του περισσότερο κύρος και δυναμική. 

Η ενεργοποίησή της είναι προφανές, ότι θα συμβάλλει έτι περισσότερο στην επίτευξη του επιδιωκόμενου αντικειμενικού σκοπού, που δεν μπορεί να είναι άλλος από τη
δημιουργία μιας ισχυρής ενεργειακά και οικονομικά Ελλάδας, με οικονομικές και αναπτυξιακές δραστηριότητες στην ανοικτή θάλασσα που την περιβάλλει, υπό τη σκέπη της εγγυημένης προστασίας ενός ισχυρού ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ. 

Share:

Facebook
Twitter
WhatsApp
Email

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραχώρηση αιγιαλών και παραλιών: Οι αλλαγές που φέρνει ο ν. 5092/2024*

Στοχεύοντας στη μεγαλύτερη διαφάνεια των διαγωνισμών παραχώρησης μέσω κεντρικής ηλεκτρονικής διαδικασίας και την υψηλότερη αποτελεσματικότητα των ελέγχων μέσω της αξιοποίησης της σύγχρονης τεχνολογίας σε συνδυασμό με την αυστηροποίηση των ποινών, προσπαθεί να αντιμετωπίσει διαχρονικές παθογένειες. Από την άλλη, όμως, έχει

Οι θέσεις της CLIA για τη θαλάσσια συνδεσιμότητα

Στη συνάντηση, ο κ. Vago εξέφρασε την αλληλεγγύη του κλάδου της κρουαζιέρας προς τον ευρύτερο ναυτιλιακό τομέα στον κορυφαίο στόχο της διασφάλισης της ασφάλειας των ναυτικών, λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες απειλές στην Ερυθρά Θάλασσα και αλλού. Η CLIA ανέδειξε την

Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο: Συζητήθηκε η περικοπή των δώρων στους συνταξιούχους

Ειδικότερα, η κυρία Σταυρουλάκη έθεσε ζήτημα αν πράγματι υπάρχει θέμα αντιθέτων αποφάσεων (δηλαδή θέμα παραδεκτού) μεταξύ των αποφάσεων του ΣτΕ και του Α.Π., καθώς το κάθε ένα από αυτά τα δύο δικαστήρια επελήφθη επί διαφορετικών νομοθετικών δεδομένων. Κατά την εισηγήτρια, τον Α.Π. τον

Χούθι: «Έχουμε επιτεθεί σε περισσότερα από 100 πλοία του εχθρού»

Οι αντάρτες Χούθι της Υεμένης επιτέθηκαν σε περίπου 100 πλοία «που συνδέονταν με τον εχθρό», δηλαδή το Ισραήλ, στην Ερυθρά Θάλασσα και τον Κόλπο του Άντεν, αφότου ξεκίνησαν τις επιχειρήσεις τους σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους Παλαιστίνιους της Λωρίδας της

Μετάβαση στο περιεχόμενο