Μετάφραση-απόδοση κειμένου: «ΛΙΜΕΝΙΚΑ ΝΕΑ»
«Ακόμη δεν στέγνωσε το μελάνι της μεταρρύθμισης του ενωσιακού πλαισίου για το άσυλο και τη μετανάστευση και, ήδη ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ ζητούν ακόμη μεγαλύτερη προσπάθεια για να εμποδιστούν οι μεταναστευτικές ροές να φτάσουν στην ΕΕ.
Με χθεσινοβραδινή επιστολή τους προς την Ε. Επιτροπή (βλ. χθεσινή ανάρτηση των “ΛΙΜΕΝΙΚΩΝ ΝΕΩΝ”), 15 κράτη-μέλη ΕΕ ζητούν “συμπληρωματικές προσπάθειες” προκειμένου “θεραπευθούν τα γενεσιουργά αίτια της παράτυπης μετανάστευσης και ελεγχθούν οι μεταναστευτικές κινήσεις προς την ΕΕ”.
Ιδίως μετά τις αυξημένες αφίξεις μεταναστών τα έτη 2015 και 2016, το μεταναστευτικό έγινε αμφιλεγόμενο ζήτημα στους κόλπους της ΕΕ. Με την εκ νέου αύξηση αφίξεων λόγω της πανδημίας Covid-19 — ευτυχώς, σε πολύ μικρότερη κλίμακα — κράτη-μέλη ΕΕ προτείνουν ολοένα πιο δρακόντεια μέτρα για την εξωτερική ανάθεση της διαχείρισης του ζητήματος (outsourcing).
Η πρωτοβουλία, της οποίας ηγείται η Δανία, εντάσσεται στο ίδιο πλαίσιο — παρότι δεν προτείνει λύσεις όπως αυτή του Ηνωμένου Βασιλείου και του σχεδίου του να απελαύνει ανθρώπους στη Ρουάντα (υπενθυμίζεται ότι, παλιότερα, η Δανία είχε απορρίψει το δικό της “σχέδιο-Rwanda”).
Το γεγονός αυτό, πάντως, δεν εμπόδισε το Ηνωμένο Βασίλειο να ενθαρρύνει την πρωτοβουλία άσκησης πίεσης της ΕΕ, πολύ πριν αποσταλεί η χθεσινοβραδινή επιστολή, με τους αξιωματούχους του να παίρνουν επαίνους για αυτήν.
Tα κράτη-μέλη ΕΕ, που περιλαμβάνουν την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες και την Πολωνία (σημ. “ΛΝ”: και την Ελλάδα και την Κύπρο), τονίζουν την ανάγκη για “εξωσυμβατική σκέψη” για να καμφθεί η παράτυπη μετανάστευση με παράλληλη συμμόρφωση με το ισχύον ενωσιακό κεκτημένο.
Πώς θα συμβεί αυτό; Πρώτον, ζητούν σύναψη συμφωνιών εταιρικών σχέσεων με περισσότερες τρίτες χώρες, κατά τα πρότυπα των συμφωνιών με Τυνησία και Τουρκία, που έλαβαν ενωσιακή χρηματοδότηση με αντάλλαγμα την ανάσχεση της μετανάστευσης — συνήθως, με κόστος τις σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Επίσης, ζητούν πιο ουσιαστικές επιστροφές ανθρώπων των οποίων τα αιτήματα ασύλου απορρίφθηκαν. Κατά κανόνα, οι άνθρωποι επιστρέφονται όταν γίνουν αποδεκτοί από τις χώρες καταγωγής τους — με τις τελευταίες να περιπλέκουν, ως είθισται, τη διαδικασία. Έτσι, η επιστολή προτείνει τη μεταφορά ανθρώπων σε “κέντρα επιστροφών” σε τρίτες χώρες, όπου θα αναμένουν την “τελική απομάκρυνση” τους.
Περαιτέρω, η επιστολή προτείνει την αναθεώρηση των κριτηρίων χαρακτηρισμού τρίτων χωρών ως “ασφαλών” και των συνθηκών υπό τις οποίες θα επιτρέπεται η μεταφορά ανθρώπων σε αυτές — άλλος ένας τρόπος απομάκρυνσης ανθρώπων σε τρίτες χώρες.
Όμως, παρόλο που οι σκεπτικιστές της μετανάστευσης ήδη τρίβουν τα χέρια τους από χαρά, τα κίνητρά τους παραμένουν αδιευκρίνιστα, και εναπόκειται στην επόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επεξεργαστεί αυτά τα αιτήματα — κάτι που, όμως, δεν πρόκειται να συμβεί πριν την έλευση του επόμενου έτους.»