Το ΑΚΑΓΕ (Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών) είναι μια «δεξαμενή αποταμίευσης πόρων» με βασικό σκοπό του τη δημιουργία αποθεματικών για τη διασφάλιση των συντάξεων των νέων γενεών.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΚΑΓΕ
Από την ίδρυσή του το 2008 ως τα τέλη 2024, στο ΑΚΑΓΕ υπολογίζεται ότι έχουν αποταμιευθεί πόροι κυμαινόμενοι από €18,334 έως €19,033 δισεκατομμύρια (στοιχεία ΥΠΕΘΟΟ).
Το ΑΚΑΓΕ είναι η απάντηση της Πολιτείας στο αγωνιώδες ερώτημα των νέων εάν θα μπορέσουν να πάρουν ποτέ σύνταξη. Το πρωτοπόρο και καινοτόμο μέτρο της θεσμοθέτησης του ΑΚΑΓΕ λαμβάνεται για πρώτη φορά στην ιστορία του Ασφαλιστικού μας Συστήματος και είναι ένα μεγαλόπνοο για τις επερχόμενες γενεές μέτρο, με συγκεκριμένες και γενναιόδωρες, εκ μέρους της Πολιτείας, εισφορές.
Για λόγους βαθύτερης κατανόησης της φιλοσοφίας του υπόψη μέτρου είναι αναγκαίο να αναλύσουμε τη σημερινή «αρχιτεκτονική» του ΑΚΑΓΕ.
ΠΗΓΕΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΚΑΓΕ
Οι πηγές εσόδων του ΑΚΑΓΕ είναι:
- η ετήσια επιχορήγηση μέσω πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού (ίση με το 4% των ετήσιων συνολικών εσόδων από ΦΠΑ),
- τα έσοδα από την Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) σε κύριες και επικουρικές συντάξεις,
- η επιστροφή ποσών από τον e-ΕΦΚΑ, ως αντιστάθμισμα της μείωσης των εσόδων του ΑΚΑΓΕ από την αλλαγή που επήλθε στον τρόπο υπολογισμού της ΕΑΣ, μέχρι την απόσβεση της οφειλής του e-ΕΦΚΑ και,
- τα έσοδα από την απόδοση της περιουσίας του (τόκοι κεφαλαίου).
ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΠΗΓΩΝ ΣΤΟ ΑΚΑΓΕ
Η αναλογία συμμετοχής των παραπάνω πηγών εσόδων στο κατ’ έτος διαμορφούμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα του ΑΚΑΓΕ αναφαίνεται στον πιο κάτω πίνακα (Πηγή: Εισηγητική Έκθεση Προϋπολογισμού 2024).
Από τα ανωτέρω γίνεται αντιληπτό ότι (αφαιρούμενων των εσόδων από τόκους και προσόδους κινητών αξιών – €305 εκατ.) το 2024 η ΕΑΣ θα συνεισφέρει το 52% των ετήσιων εσόδων του ΑΚΑΓΕ (€909 εκατ.), ενώ η κρατική επιχορήγηση, ίση με το 4% του ετήσιου ΦΠΑ, θα συνεισφέρει το 48% των ετησίων εσόδων του ΑΚΑΓΕ (€830 εκατ.).
Σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο (Απόφαση Ολομέλειας 1477/2021), η Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων παρακρατείται «…ως πρόσφορο μέσο αντιμετώπισης των αβέβαιων προοπτικών της συγκυρίας…».«Η θέσπιση ενός τέτοιου μέσου αντιμετώπισης της συγκυρίας σε βάθος δεκαετιών, μη απαγορευόμενη από το Σύνταγμα, υπάγεται κατ’ αρχήν στη διακριτική ευχέρεια του κοινού νομοθέτη, η δε δικαστική εξουσία, ασκούσα εν προκειμένω οριακό έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων, καθόσον με την εν λόγω παρακράτηση, λόγω του ύψους της, ο πυρήνας του συνταξιοδοτικού δικαιώματος παραμένει ανέπαφος, δεν δύναται να υπεισέλθει περαιτέρω σε εκτιμήσεις, που προϋποθέτουν όχι μόνον οικονομικές αναλύσεις αλλά και πολιτικές επιλογές, προκειμένου να κρίνει το αναγκαίο της βάσης και του συγκεκριμένου ύψους της επιβάρυνσης, καθώς και το εύρος των κατηγοριών προσώπων που υπάγονται σε αυτήν».
Όμως, παρότι το ΑΚΑΓΕ έχει προορισμό να αποτελέσει, για τις μελλοντικές γενεές συνταξιούχων (όχι για την τρέχουσα), το εξασφαλιστικό μέσο κατά οποιασδήποτε δυσμενούς εξέλιξης των συνταξιοδοτικών δεδομένων σε βάθος δεκαετιών και, επειδή δεν συνδέεται με τρέχουσες ανάγκες χρηματοδότησης συγκεκριμένων ασφαλιστικών φορέων, αλλά αποβλέπει στην εξασφάλιση συνταξιοδοτικής παροχής υπέρ των μελλοντικών γενεών συνταξιούχων, δεν παύει να βαρύνει δυσανάλογα την τρέχουσα γενιά συνταξιούχων, μέσω της παρακράτησης της ΕΑΣ από τις συντάξεις τους.
Περαιτέρω, η μη αναλογικότητα της παρακράτησης ΕΑΣ έχει προκαλέσει βαθύτατο αίσθημα αδικίας σε όσες κατηγορίες συνταξιούχων επιβάλλεται.
Στην ίδια ως άνω Απόφαση, το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε ότι η θέσπιση της παρακράτησης της ΕΑΣ στις συντάξεις δεν απαγορεύεται από το Σύνταγμα, προσθέτοντας, όμως, ότι αυτή ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του κοινού νομοθέτη (ήτοι, στο κόμμα ή τα κόμματα, της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας).
Στο ίδιο πλαίσιο, το Ελεγκτικό Συνέδριο στην Απόφασή του ανέφερε ότι η σκοπιμότητα θέσπισης του μέτρου, το ύψος της επιβάρυνσης και το εύρος των υπόχρεων σ’ αυτήν προσώπων αποτελούν πολιτικές επιλογές και, ως τέτοιες, εκφεύγουν της αρμοδιότητας κρίσης από τη δικαστική εξουσία.
Επομένως, είναι σαφές ότι οποιαδήποτε ελάφρυνση των σημερινών συνταξιούχων από την παρακράτηση ΕΑΣ εναπόκειται στην κρίση της σημερινής πολιτικής ηγεσίας.
Υπενθυμίζεται ότι η αποκλιμάκωση της ΕΑΣ ήταν μια από τις κεντρικές προεκλογικές δεσμεύσεις της σημερινής κυβέρνησης έναντι των συνταξιούχων, από το μακρινό 2019.
Έκτοτε, πέρασαν 5 χρόνια, άλλαξαν 3 Υπουργοί Οικονομικών και 5 Υπουργοί Εργασίας, αλλά η παρακράτηση της ΕΑΣ από τις συντάξεις των σημερινών συνταξιούχων παραμένει σταθερή και, πλέον, δυσβάστακτη, λόγω της απώλειας της αγοραστικής δύναμης του διαθέσιμου εισοδήματός τους, εξαιτίας της παγίωσης της ακρίβειας.
Το αίσθημα της αδικίας εξαπλώνεται ολοένα πιο πλατιά στις τάξεις των συνταξιούχων, που υπομονετικά περιμένουν όλα αυτά τα χρόνια από την Κυβέρνηση να εκπληρώσει τις προεκλογικές δεσμεύσεις της και να ανακουφίσει την πίεση στις συντάξεις τους, μέσω της μείωσης της παρακράτησης ΕΑΣ.
Με κάθε μέσο και προς κάθε κατεύθυνση η Κυβέρνηση επικοινωνεί ότι οποιαδήποτε μείωση της ΕΑΣ πρέπει να έχει «ουδέτερο» δημοσιονομικό αποτύπωμα.
Αδυνατούμε, λοιπόν, να αντιληφθούμε γιατί η Κυβέρνηση δεν εξετάζει τη μεταβολή των ποσοστών συνεισφοράς των επιμέρους πηγών εσόδων του ΑΚΑΓΕ.
Δηλαδή, απορούμε, γιατί δεν μειώνει το ποσοστό συνεισφοράς της ΕΑΣ στο ΑΚΑΓΕ, εξισορροπώντας τη μείωσή του με ισόποση αύξηση της κρατικής επιχορήγησης από το ΦΠΑ (αυξάνοντας το ύψος της από 4% σε 4,5% ή σε 5% του ετησίως εισπραττόμενου ΦΠΑ);
Βλέπετε, υπάρχουν πολλοί τρόποι να ικανοποιηθεί το αίσθημα της αδικίας που «πνίγει» τους υπόχρεους συνταξιούχους από τη δυσανάλογη οικονομικά και παρατεταμένη χρονικά επιβάρυνσή τους.
Αρκεί αυτό να εντάσσεται στις πολιτικές επιλογές της Κυβέρνησης.
Και, οι πολιτικές επιλογές φαίνονται στα έργα, όχι στα λόγια…