Η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 25ης Ιουνίου θα βρεί μπροστά της σοβαρά θέματα που χρονίζουν. Το πιο γνωστό οικονομικό ζήτημα είναι το δημόσιο χρέος.
Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης υποχώρησε στο 171% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022 αλλά παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα. Όμως, έχει ρυθμισθεί ευνοϊκά μέχρι το 2032 με αποτέλεσμα οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες του δημοσίου να μην ξεπερνούν το 10% του ΑΕΠ. Δεν εκπλήσσει λοιπόν που οι ιθύνοντες εμφανίζονται αισιόδοξοι, προσβλέποντας παράλληλα σε αναβάθμιση της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα εντός του 2023.
Όμως, το χρέος δεν είναι το μοναδικό, σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία. Το δημογραφικό είναι εξίσου σοβαρό πρόβλημα, έχει μετασχηματισθεί σε οικονομικό και συνδέεται με την εξυπηρέτηση του χρέους. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ο δείκτης γονιμότητας ήταν πάνω από 2,1 παιδιά ανα γυναίκα που είναι το ποσοστό αναπλήρωσης. Μετά από δεκαετίες υπογεννητικότητας, αντιστοιχούν 1,3 παιδιά περίπου ανα γυναίκα. Αυτό σημαίνει ότι λείπουν πάνω από 1 εκ. νέοι για την σταθερή ανανέωση των γενεών. Το γλυκό δένει όταν στην υπογεννητικότητα προστεθούν η αύξηση του προσδόκιμου ζωής και η φυγή κάπου 300 χιλ. νέων στο εξωτερικό την περίοδο της κρίσης (brain drain)με αποτέλεσμα την γήρανση του πληθυσμού. Αν θυμόμαστε καλά, οι δημογραφικές προβλέψεις θέλουν το εργατικό δυναμικό να συρρικνώνεται κατά 10% περίπου μέχρι το 2060. Τα στοιχεία επίσης δείχνουν ότι ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 3,5% από το 2011.
Τα ανωτέρω στοιχεία σε συνδυασμό με άλλα όπως το υψηλό ποσοστό ανεργίας, η χαμηλή συμμετοχή του πληθυσμού στην αγορά εργασίας υπονοούν ότι η συνεισφορά του εργατικού δυναμικού στο μακροχρόνιο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα είναι σταθερός έως αρνητικός. Προφανώς, κάτι τέτοιο δυσχεραίνει την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους σε βάθος χρόνου, συνδέοντας τα δυο προβλήματα.
Φυσικά, η μεγαλύτερη και πιο άμεση επίδραση του δημογραφικού είναι στο διανεμητικό συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας και στην ιατροφαρμακευτική δαπάνη, δηλ. στο έλλειμμα του προϋπολογισμού. Θυμίζουμε ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη στην ΕΕ ως ποσοστό του ΑΕΠ και υπερβαίνει το 13,5% του ΑΕΠ. Κάπου 9 δισ. ευρώ είναι οι ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών και 18 δισ. είναι από λεφτά των φορολογουμένων. Επομένως, το δημογραφικό είναι πολυπαραγοντικό πρόβλημα και η αντιμετώπισή του θα πρέπει να στηρίζεται σε μεσομακροπρόθεσμη πολιτική.
Καλή η αύξηση των επιδομάτων για τα παιδιά, η περαιτέρω αύξηση του αφορολόγητου αλλά δεν αρκούν. Η φθηνή στέγαση μιας οικογένειας, η διαθεσιμότητα δουλειών που πληρώνουν καλά, τα νηπιαγωγεία και τα πρώτα έξοδα μιας γέννησης συνιστούν μέρος μιας ευρύτερης λύσης για την αύξηση της γονιμότητας. Η μερική, έστω, επιστροφή κάποιων από τους νέους επιστήμονες που έφυγαν στο εξωτερικό και η ελεγχόμενη μετανάστευση με επίκεντρο άτομα ελληνικής καταγωγής στη Διασπορά θα έπρεπε επίσης να είναι μέρος της λύσης.
Φυσικά, όλα αυτά θέλουν σχεδιασμό, χρηματοδότηση και καλή εκτέλεση. Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει λοιπόν να βάλει το δημογραφικό ψηλά στην ατζέντα της. Αν επιλέξει να κλωτσήσει το τενεκεδάκι του δημογραφικού πιο κάτω στο δρόμο, το πρόβλημα θα επιδεινωθεί.