Μόλις έξι μήνες πριν από τις ευρωεκλογές, η Ευρωπαϊκή Ένωση βλέπει το Μεταναστευτικό να στέλνει όλο και περισσότερους ψηφοφόρους προς τα ακροδεξιά κόμματα. Είναι ακόμη νωπό το σοκ της απρόσμενης εκλογικής νίκης του Γκέερτ Βίλντερς στην Ολλανδία, ο οποίος κέρδισε τις εκλογές υποσχόμενος να κλείσει τζαμιά και να απαγορεύσει το Κοράνι.
Όλα τα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης προσπαθούν να εκμεταλλευτούν το Μεταναστευτικό. Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα και πιεζόμενη η Ευρωπαϊκή Ένωση «κατάφερε» να φτάσει σε ένα νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, έπειτα από διαπραγματεύσεις που ταλαιπώρησαν την ευρωπαϊκή ενοποιητική διαδικασία και χρωματίστηκαν από τοξικές αντιπαραθέσεις μεταξύ των κρατών-μελών.
Ειδικότερα η προτελευταία εβδομάδα του 2023 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και εβδομάδα Μεταναστευτικού. Στις Βρυξέλλες, ύστερα από διαπραγματεύσεις δύο ημερών, η Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατέληξαν σε πολιτική συμφωνία για το νέο πολυαναμενόμενο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Το νέο Σύμφωνο χαρακτηρίζεται από δύο «καινοτομίες» που αφορούν και την Ελλάδα. Περιλαμβάνει διαδικασία ελέγχου στα εξωτερικά σύνορα και υποχρεωτική αλληλεγγύη. Για την πρόεδρο της Επιτροπής το νέο Σύμφωνο σημαίνει ουσιαστικά ότι οι Ευρωπαίοι είναι αυτοί που θα αποφασίζουν ποιοι μπορούν να έρχονται στην ΕΕ και ποιοι μπορούν να μείνουν και όχι οι διακινητές. Χαρακτηριστική της πίεσης που δέχθηκε η ΕΕ προκειμένου να υπάρξει μια νέα συμφωνία είναι και η δήλωση της προέδρου του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρομπέρτα Μέτσολα πως «μπορούμε ενόψει των ευρωεκλογών να επιδείξουμε αυτή την άνευ προηγουμένου μεταρρύθμιση».
Στη Γαλλία σε πολιτικό «θρίλερ» εξελίχθηκαν οι εργασίες της Μεικτής Ισομερούς Επιτροπής (CMP), αποτελούμενης από επτά γερουσιαστές και επτά βουλευτές, οι οποίες τελικά οδήγησαν στο πολυσυζητημένο νομοσχέδιο, με το οποίο αυστηροποιούνται οι προϋποθέσεις για τη μετανάστευση και το οποίο εγκρίθηκε με ευρεία πλειοψηφία την Τρίτη το βράδυ από τα δύο σώματα του κοινοβουλίου.
Είχε προηγηθεί την προηγούμενη εβδομάδα, η ήττα της κυβέρνησης της Ελιζαμπέτ Μπορν που δεν κατάφερε να περάσει την αρχική πρόταση νόμου. Τα «κατάφερε» λίγες μέρες αργότερα με την υποστήριξη των Ρεπουμπλικανών και του Εθνικού Συναγερμού.
Όμως η γαλλική κυβέρνηση βγήκε «πληγωμένη» γιατί το νομοσχέδιο στηρίχθηκε με ενθουσιασμό από την ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση (RN) της Μαρίν Λεπέν, η οποία μίλησε «για μια ιδεολογική νίκη». Η διαδικασία που ακολούθησε η κυβέρνηση της πρωθυπουργού Ελιζαμπέτ Μπορν ήταν ενδεικτική των δυσκολιών που αντιμετωπίζει ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν να περνάει νόμους χωρίς να διαθέτει την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο.
«Ο νόμος αυτός θα κάνει αποτελεσματικότερο το σύστημά μας επειδή θα απλοποιήσει δραστικά τις διαδικασίες για την εξέταση των αιτήσεων ασύλου και επειδή θα είναι εφικτό να απελαύνονται γρηγορότερα οι εγκληματίες ή ριζοσπαστικοποιημένοι αλλοδαποί», είπε στο κοινοβούλιο η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι (και βουλευτές του Μακράν) που δήλωσαν πως η Λεπέν έδωσε το «φιλί του θανάτου». Από την πλευρά του ο πρόεδρος Μακρόν προσπάθησε με διάγγελμά του να ηρεμήσει τα πνεύματα, δηλώνοντας πως δεν συμφωνεί με όλα τα σημεία του νέου νόμου, αλλά ότι αναγκάστηκε να κάνει υποχωρήσεις καθώς «το είχε ανάγκη η χώρα» και πως οι ξένοι εξακολουθούν να είναι καλοδεχούμενοι στη Γαλλία.
Σύμφωνα με τη «Le Monde», τα πράγματα δεν είναι «λίγο διαφορετικά». Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο εμπνευσμένο από την Ακροδεξιά, που ψηφίστηκε βιαστικά υπό την πίεση μιας εκτελεστικής εξουσίας που ομνύει στη μετριοπάθεια. Ο συμβιβασμός της γαλλικής κυβέρνησης με τις δυνάμεις που αναδεικνύουν τους μετανάστες σε αποδιοπομπαίο τράγο των κοινωνικών δεινών είναι πρωτοφανής. Ο Εμανουέλ Μακρόν ο οποίος εξελέγη δύο φορές υποσχόμενος ότι θα υψώσει φράγμα στην Ακροδεξιά, αδυνατεί πλέον να παίξει τον ρόλο του πολέμιου της ξενοφοβίας.