Φανταστείτε ότι βρισκόμαστε στο 2030. Η Ρωσία και η Κίνα πραγματοποιούν τα πρώτα μεγάλα στρατιωτικά τους γυμνάσια στην Αρκτική. Με την ονομασία Vostok 2030, η κοινή άσκηση περιλαμβάνει χιλιάδες στρατιώτες, τανκς, αεροσκάφη και το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού και του κινεζικού βόρειου στόλου. Τα τελευταία πέντε χρόνια, η Ρωσία και η Κίνα έχουν αυξήσει σταθερά τη στρατιωτική και οικονομική τους παρουσία στην Αρκτική, σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι Financial Times. Η «εκεχειρία» του 2025 στον πόλεμο Ουκρανίας – Ρωσίας επέτρεψε στη Μόσχα να ανασυγκροτήσει τον στρατό της. Το Πεκίνο έχει επίσης αρχίσει να θεωρεί το ΝΑΤΟ αποδυναμωμένο, αφού ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ επιτάχυνε τη μετατόπιση της εστίασης της Ουάσινγκτον από την Ευρώπη προς την Κίνα.
Ξαφνικά, η Ρωσία ανακοινώνει ότι έχει επεκτείνει τον έλεγχό της στην υφαλοκρηπίδα της Αρκτικής. Η Κίνα δηλώνει ότι αναγνωρίζει τη διεκδίκηση αυτή. Η Ρωσία, με τη σειρά της, δηλώνει ότι η διεκδίκηση της Κίνας στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας είναι επίσης νόμιμη. Αμέσως μετά, σινορωσικές δυνάμεις εισβάλλουν στο αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ της Νορβηγίας, μια στρατηγική ομάδα νησιών. Οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ κινητοποιούνται – αλλά δεν διαθέτουν το βάρος και την υλικοτεχνική δύναμη του αμερικανικού στρατού για να το ανακαταλάβουν.
Οι σύμμαχοι της Ευρώπης στο ΝΑΤΟ βρίσκονται αντιμέτωποι πλέον με ένα τρομερό στρατηγικό δίλημμα: να παραχωρήσουν τον έλεγχο του Σβάλμπαρντ ή να επικαλεστούν την πλήρη ισχύ της συνθήκης αμοιβαίας άμυνας και να εξαπολύσουν πυρηνικό πλήγμα αντιποίνων. Στο Λονδίνο και το Παρίσι, ο Βρετανός πρωθυπουργός και ο Γάλλος πρόεδρος, οι οποίοι ελέγχουν τα δύο ξεχωριστά πυρηνικά οπλοστάσια της Ευρώπης, βρίσκονται αντιμέτωποι με μια τρομακτική απόφαση. Αυτό το όραμα της αποκάλυψης δεν είναι προφητεία. Αλλά ούτε είναι εντελώς απίθανο, τονίζουν οι FT.
Με βάση το νέο βιβλίο «The Retreat From Strategy» του στρατηγού λόρδου Ντέιβιντ Ρίτσαρντς, πρώην επικεφαλής των βρετανικών ενόπλων δυνάμεων, και του Τζούλιαν Λίντλεϊ-Φραντς, καθηγητή στην Ολλανδική Ακαδημία Άμυνας, το σενάριο αυτό αποκαλύπτει τις απειλές ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Ευρώπη και πώς θα μπορούσαν να εξελιχθούν αν δεν αντιμετωπιστούν. Για όλες τις απώλειες που έχει υποστεί μέχρι στιγμής στην Ουκρανία – έως και 700.000 νεκροί ή τραυματίες, σύμφωνα με τις βρετανικές στρατιωτικές πληροφορίες – ο στρατηγός Κρίστοφερ Καβόλι, ανώτατος διοικητής του ΝΑΤΟ, προειδοποίησε τον περασμένο μήνα ότι ο ρωσικός στρατός θα βγει από τον πόλεμο «ισχυρότερος από ό,τι είναι σήμερα». Επιπλέον, οι ένοπλες δυνάμεις της Ρωσίας «θα βρίσκονται στα σύνορα της συμμαχίας μας … θα διοικούνται από τους ίδιους ανθρώπους που ήδη μας βλέπουν ως εχθρούς», είπε και πρόσθεσε: «Θα έχουμε έναν αντίπαλο με πραγματικές ικανότητες και σαφείς προθέσεις».
Επιστροφή Τραμπ
Εδώ και 75 χρόνια, οι ΗΠΑ έχουν διαδραματίσει τεράστιο ρόλο στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο, η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχει εγείρει το σενάριο ενός πολέμου στην Ευρώπη, στον οποίο οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ δεν θα μπορούν πλέον να υπολογίζουν στην πλήρη υποστήριξη των ΗΠΑ ή ίσως και σε οποιαδήποτε αμερικανική υποστήριξη. Μετά τις αμερικανικές εκλογές, οι ευρωπαϊκές φωνές για δράση έχουν γίνει πιο δυνατές. «Πρέπει να είμαστε σε θέση να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας», δήλωσε ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, νωρίτερα αυτόν τον μήνα.
«Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να αναλάβουν μεγαλύτερο μέρος του αμυντικού βάρους», παραδέχεται ανώτερος Ευρωπαίος αξιωματούχος ασφαλείας.
Ερωτήματα
Υπάρχουν σημαντικά ερωτήματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει το ΝΑΤΟ αν οι ΗΠΑ ξαφνικά μειώσουν την παρουσία τους στην Ευρώπη. Τι να κάνει; Τι να κάνει πρώτα; Και ποιο θα είναι το κόστος; Στα χαρτιά, η στρατιωτική συμμαχία δεν ήταν ποτέ καλύτερα προετοιμασμένη. Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, οι σύμμαχοι έχουν αναπτύξει περισσότερες δυνάμεις στην ανατολική Ευρώπη, έχουν έρθει σε συμφωνία για εξαιρετικά λεπτομερή στρατιωτικά σχέδια και έχουν υπογράψει το λεγόμενο «Νέο Μοντέλο Δυνάμεων» του ΝΑΤΟ, το οποίο προβλέπει την ανάπτυξη πάνω από 100.000 στρατευμάτων σε λιγότερο από 10 ημέρες – σε διπλάσιο αριθμό και κατά πέντε ημέρες ταχύτερα από τα σχέδια του ΝΑΤΟ πριν από το 2022.
Αλλά το αν οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ μπορούν να το κάνουν αυτό χωρίς τις στρατιωτικές δυνατότητες και την ηγεσία των ΗΠΑ είναι άλλο θέμα. Αμερικανοί στρατιώτες συμμετείχαν σε άσκηση του ΝΑΤΟ στη Γερμανία πέρυσι. Με την απειλή της μειωμένης παρουσίας των ΗΠΑ, ο Γερμανός υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους σημειώνει ότι η Ευρώπη θα πρέπει να κάνει περισσότερα. «Υπάρχει πολύ μεγαλύτερη ανησυχία τώρα στις Βαλτικές χώρες και την Πολωνία για την ασφάλειά τους και νομίζω ότι όλοι το καταλαβαίνουν αυτό», ανέφερε ένας άλλος ανώτερος Ευρωπαίος αξιωματούχος. «Ήρθε η ώρα οι ηγέτες [του ευρωπαϊκού ΝΑΤΟ] να καθίσουν και να συνειδητοποιήσουν τι πρέπει να κάνουν. Θα είναι δύσκολο αυτό; … Ω ναι, θα είναι πολύ, πολύ δύσκολο». Ο βρετανικός στρατός, παραδοσιακά ο δεύτερος σημαντικότερος στο ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ, έχει αποδυναμωθεί, δήλωσε ο τζον Χίλι, ο υπουργός Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Τα στρατιωτικά αποθέματα στη Γαλλία, η οποία έχει τις δεύτερες πιο σημαντικές ένοπλες δυνάμεις του Ευρωπαϊκού ΝΑΤΟ, είναι μειωμένα. Όσον αφορά τη Γερμανία, δυνητικά τον μεγαλύτερο δαπάνη της ηπείρου, ο εκσυγχρονισμός του στρατού της έχει παρεμποδιστεί από την έλλειψη κεφαλαίων λόγω των συνταγματικών ορίων χρέους της Γερμανίας. «Η εκπλήρωση των υποχρεώσεων [του ΝΑΤΟ] θα απαιτήσει από τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν σημαντικά τα επίπεδα ετοιμότητάς τους, να ενισχύσουν τις αμυντικές-βιομηχανικές τους βάσεις και να πραγματοποιήσουν μακροπρόθεσμες οικονομικές επενδύσεις σε δυνάμεις και αμυντική καινοτομία», θεωρεί το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών, προειδοποίησε το think tank. «Η άμεση αντιμετώπιση αυτών των ελλείψεων είναι φιλόδοξη», πρόσθεσε.
Και όλα αυτά προστίθενται σε αυτά που θα πρέπει να κάνει η Ευρώπη σε περίπτωση που οι ΗΠΑ αποχωρήσουν από το ΝΑΤΟ. Σε αυτό το σενάριο, σύμφωνα με τον Edward Stringer, πρώην στρατάρχη της βρετανικής αεροπορίας, η Ευρώπη θα πρέπει να ασχοληθεί με τα λεγόμενα «βαρετά πράγματα», όπως τα αποθέματα πυρομαχικών, οι μεταφορές και η διοικητική μέριμνα – που έχουν πραγματικά σημασία». «Είναι επίσης αυτό που σχεδόν κανείς δεν κάνει σωστά σε κλίμακα, εκτός από τις ΗΠΑ».
Πολιτικό ζήτημα
Ωστόσο, ορισμένα από αυτά που παρέχουν οι ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ – όπως ο στόλος των αεροσκαφών C17, τα οποία κοστίζουν 340 εκατ. δολάρια το καθένα και μπορούν να μεταφέρουν 75 τόνους εξοπλισμού σχεδόν 4.500 χιλιόμετρα χωρίς ανεφοδιασμό – είναι σχεδόν αναντικατάστατα. Τα αμερικανικής κατασκευής F-35 βρίσκονται επίσης όλο και περισσότερο στην καρδιά της πολεμικής αεροπορικής ισχύος του ΝΑΤΟ, με περισσότερα από 500 από τα μαχητικά αεροσκάφη να αναμένεται να επιχειρούν στην Ευρώπη μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS).
«Όλο αυτό δεν έχει να κάνει με τα χρήματα», τονίζει ένας διπλωμάτης της ΕΕ που ήταν παρών στις συζητήσεις μεταξύ των ηγετών της ΕΕ σχετικά με το πώς θα αντιδράσουν σε μια δεύτερη θητεία του Τραμπ δύο ημέρες μετά τις εκλογές. «Χρήματα μπορούμε να βρούμε, είναι πολιτικό το ζήτημα», προσθέτει ο διπλωμάτης. «Αυτό που δεν μπορούμε να βρούμε είναι τα κιτ που έχουν οι Αμερικανοί. Είναι πρακτικό το ζήτημα». Ένα πρόβλημα είναι η αναποτελεσματικότητα της κατακερματισμένης αμυντικής βιομηχανίας της Ευρώπης. Σε 11 κύριες κατηγορίες μεγάλων οπλικών συστημάτων – όπως μαχητικά αεροσκάφη, τανκς και αντιτορπιλικά – οι ΗΠΑ διαθέτουν 32 τύπους συστημάτων, ενώ η Ευρώπη διατηρεί 172, σύμφωνα με τη McKinsey.
Αυτή η έλλειψη της παραγωγής σε κλίμακα αυξάνει το κόστος και δημιουργεί λογιστικούς εφιάλτες, ακόμη και με απλά πράγματα όπως τα πυρομαχικά που υποτίθεται ότι είναι τυποποιημένα σε όλο το ΝΑΤΟ. Για παράδειγμα, οι ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας έπρεπε να διαχειριστούν περισσότερους από δώδεκα διαφορετικούς τύπους βλημάτων πυροβολικού των 155 χιλιοστών, ενώ συχνά έπρεπε να προσαρμόσουν τα όπλα τους για την κάθε έκδοση.
«Πρέπει να ανασυγκροτήσουμε την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Υπάρχουν πάρα πολλές πλατφόρμες», σημειώνει ο Pierroberto Folgiero, διευθύνων σύμβουλος της ιταλικής αμυντικής εταιρείας Fincantieri. «Αλλά η αμυντική βιομηχανία ανθεί. Γιατί επομένως να υπάρξουν συγχωνεύσεις; Θα χρειαστεί μεγάλη πολιτική βούληση». Ένα άλλο ζήτημα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει η Ευρώπη σε περίπτωση που η Ουάσινγκτον εγκαταλείψει το ΝΑΤΟ είναι η έλλειψη αμερικανικής ηγεσίας. Αυτό είναι πιο ορατό στη μορφή του ανώτατου διοικητή του ΝΑΤΟ, ο οποίος είναι πάντα Αμερικανός. Ισχύει όμως και για τον επιχειρησιακό σχεδιασμό που παρέχουν οι ΗΠΑ.
Ευρωπαϊκές διαμάχες σε περίπτωση αποχώρησης ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ
Υπάρχουν ανησυχίες για ευρωπαϊκές εσωτερικές διαμάχες σε περίπτωση που οι ΗΠΑ αποχωρήσουν από την ηγεσία του ΝΑΤΟ.
«Μπορείτε να φανταστείτε τον Μακρόν να υποχωρεί στον [Πολωνό πρωθυπουργό Ντόναλντ] Τουσκ ή το αντίστροφο; Είναι η στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ που παρασέρνει όλους τους άλλους προς τα εμπρός». Οι ευρωπαϊκές χώρες διαπραγματεύονται σε ποιο βαθμό θα πρέπει να επιτραπεί στους αμυντικούς εργολάβους τρίτων χωρών -όπως αυτοί του Ηνωμένου Βασιλείου, της Νορβηγίας ή της Τουρκίας- να συμμετέχουν σε προτεινόμενες συμφωνίες κοινής αγοράς ή κοινές πλατφόρμες. Αυτή η διαμάχη, κυρίως μεταξύ της Γαλλίας και των υπολοίπων, έχει ήδη καθυστερήσει τις προσπάθειες της ΕΕ να αντλήσει χρήματα σε πρωτοβουλίες κοινών προμηθειών. Η Γαλλία σηματοδότησε την περασμένη εβδομάδα ότι θα ήταν ανοικτή σε εταιρείες εκτός ΕΕ να έχουν πρόσβαση στο ένα τρίτο περίπου ενός προτεινόμενου ταμείου αμυντικών προμηθειών, δήλωσαν αξιωματούχοι στους Financial Times. «Σε ακραίες περιπτώσεις, όπως η ανάγκη να δοθεί στην Ουκρανία ό,τι χρειάζεται, δεν υπάρχει πρόβλημα να αγοράζουμε από χώρες εκτός ΕΕ», ανέφερε ένας Γάλλος αξιωματούχος.
Χρηματοδότηση
Το τρίτο κύριο ζήτημα είναι η χρηματοδότηση. Οι σύμμαχοι της Ευρώπης στο ΝΑΤΟ έχουν αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες από το 2022 κατά σχεδόν το ένα τρίτο, σε πραγματικούς όρους, σε 476 δισ. δολάρια, σύμφωνα με το ΝΑΤΟ. Από τον φετινό Ιούνιο, 23 από τα 32 μέλη του ΝΑΤΟ πέτυχαν επίσης τον στόχο του να δαπανούν το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα, υπερδιπλάσια από ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια.
Ακόμα κι έτσι, ο Μαρκ Ρούτε, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, δήλωσε ότι η Ευρώπη «δεν θα φτάσει στον στόχο με το 2%». «Όσο περισσότερα ξοδεύουμε για την άμυνα, τόσο περισσότερο μειώνουμε τον κίνδυνο μελλοντικών συγκρούσεων», δήλωσε ο Ρούτε αυτόν τον μήνα. Οι περισσότερες δαπάνες θα έδιναν επίσης ένα σαφές σημάδι για τις σοβαρόττηα των προθέσεων. Αλλά το ερώτημα είναι πώς θα γίνει αυτό, δεδομένων των σφιχτών προϋπολογισμών και των υψηλών επιπέδων χρέους.
Η νέα κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ανέφερε ότι δεσμεύεται να αυξήσει τον αμυντικό προϋπολογισμό της στο 2,5% του ΑΕΠ, χωρίς ωστόσο να έχει αναφέρει ακόμη πότε σκοπεύει να το κάνει. Όσον αφορά την ΕΕ, χώρες όπως η Ιταλία, η Πολωνία και η Ελλάδα έχουν προτείνει ότι τα 27 κράτη θα πρέπει να εκδόσουν κοινά ομόλογα για τη χρηματοδότηση αυξημένων αμυντικών δαπανών σε όλο το μπλοκ. Όμως η Γερμανία και η Ολλανδία αντιτίθενται σε αυτό. Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι οι Βρυξέλλες να ανακατευθύνουν δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ από τον κοινό προϋπολογισμό του μπλοκ αντί να τα χρησιμοποιήσουν για τη μείωση της οικονομικής ανισότητας μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Ο Τραμπ είναι ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που δήλωσε, όπως έκανε τον Φεβρουάριο, ότι θα «ενθαρρύνει» τη Ρωσία να επιτεθεί σε οποιοδήποτε μέλος του ΝΑΤΟ που δεν πληρώνει αυτά που οφείλει.
Μια μελέτη του 2019 υπολόγισε ότι οι άμεσες στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ για την Ευρώπη ήταν τότε στα 36 δισ. δολάρια, ή το 6% του αμυντικού τους προϋπολογισμού, έναντι 264 δισ. δολαρίων που δαπανούσαν οι ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ. «Η αμερικανική ισχύς ενισχύεται από στρατιωτικές δυνάμεις για τις οποίες δεν πληρώνει. Το ΝΑΤΟ είναι ένα «δωρεάν αγαθό» για τις ΗΠΑ», υποστηρίζει ο Ρομπ Τζόνσον, ακαδημαϊκός του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, ο οποίος πρόσφατα ήταν επικεφαλής μιας μονάδας του βρετανικού υπουργείου Άμυνας, επιφορτισμένης με τον υπολογισμό της στρατιωτικής ισχύος της Βρετανίας.
Υπάρχει επίσης το επείγον ζήτημα της βοήθειας προς την Ουκρανία, την πρώτη γραμμή άμυνας της Ευρώπης απέναντι στη Ρωσία. Από τον Φεβρουάριο του 2022, οι ΗΠΑ έχουν παράσχει στο Κίεβο 66 δισ. ευρώ σε στρατιωτική βοήθεια, ενώ οι σύμμαχοι της Ευρώπης στο ΝΑΤΟ έχουν διαθέσει 85 δισ. ευρώ, σύμφωνα με το Kiel Institute for the World Economy. Η πλήρης αντικατάσταση της στρατιωτικής συνεισφοράς των ΗΠΑ ισοδυναμεί με περίπου 0,3% του ΑΕΠ της ΕΕ. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ευρώπη «μπορούν να το αντέξουν οικονομικά» αυτό, λέει ο Ευρωπαίος αξιωματούχος της άμυνας, αν και «θα είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη απόφαση επειδή μεγάλο μέρος του εξοπλισμού θα πρέπει να αγοραστεί από τους Αμερικανούς».
Στον τομέα των πληροφοριών, η Ευρώπη εξακολουθεί να μην έχει τίποτα συγκρίσιμο με τις δυνατότητες συλλογής δεδομένων που διαθέτουν οι ΗΠΑ. Όμως δεν είναι όλα τόσο απαισόδοξα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδειξε ότι ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, ιδίως οι χώρες της Βαλτικής και της Σκανδιναβίας, μαζί με τη Βρετανία που είναι μέλος του δικτύου πληροφοριών Five Eyes υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, έχουν καταφέρει να συγκεντρώσουν εντυπωσιακές πληροφορίες για τη Ρωσία.
Η αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης επιταχύνει επίσης το ρυθμό της. Σύμφωνα με τον Francois Heisbourg, ανώτερο σύμβουλο του IISS, η Ευρώπη παράγει σήμερα περισσότερα βλήματα πυροβολικού από τις ΗΠΑ. Υπάρχουν επίσης παραδείγματα αρκετών ευρωπαϊκών εταιρειών όπλων που έχουν ενωθεί με επιτυχία και στα οποία μπορεί να βασιστεί κανείς. Σε αυτά περιλαμβάνονται η γερμανική Rheinmetall, η σκανδιναβική πολυεθνική Nammo και η MBDA, μια ευρωπαϊκή πολυεθνική που παράγει πυραύλους, συμπεριλαμβανομένων των Storm Shadows, και η οποία ξεκίνησε φέτος μια κοινοπραξία ύψους 5,5 δισ. δολαρίων με την αμερικανική Raytheon για την παραγωγή πυραύλων αεράμυνας Patriot στη Γερμανία.
Όλα αυτά δεν μειώνουν την ανάγκη της Ευρώπης να κινηθεί γρήγορα, καθώς οι ΗΠΑ εστιάζουν όλο και περισσότερο σε άλλες προτεραιότητες.