Για χρόνια διαμορφώθηκε, επίμονα και συστηματικά, στη δημόσια σφαίρα μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα για τους εργαζομένους στις δημόσιες υπηρεσίες. Ήταν μια εικόνα που περιλάμβανε σειρά από στερεότυπα: το «βόλεμα» που υποτίθεται ότι εξασφαλίζει η μονιμότητα, την ελλιπή αποτελεσματικότητα σε αντιδιαστολή με τον ιδιωτικό τομέα, την επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, τη «γραφειοκρατία» που στέκεται εμπόδιο στην «ανάπτυξη». Αυτή η εικόνα αναπαράχθηκε από κάθε λογής δημοσιολογούντες αλλά και από τα πιο επίσημα χείλη όσων σχεδίασαν πολιτικές.
Δεν είναι τυχαίο ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος αυτού που συνήθως περιγράφεται ως «μεταρρυθμίσεις» τις τελευταίες δεκαετίες αντικείμενο έχει τις αλλαγές στο εργασιακό καθεστώς και τα καθήκοντα όσων εργάζονται στο Δημόσιο. Αυτό δεν αφορά μόνο το γεγονός ότι ένα τμήμα αυτών των εργαζομένων έχει πλέον επισφαλείς εργασιακές σχέσεις μέσα από ένα φάσμα συμβάσεων ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, όταν δεν ανατίθενται και καθήκοντα σε ιδιωτικές εταιρείες. Αφορά και την παράλληλη προσπάθεια να περιοριστεί η δυνατότητα άσκησης του αναγκαίου ελεγκτικού ρόλου του κράτους – και δη προληπτικά – είτε με αλλαγές στους όρους αδειοδότησης διαφόρων πρακτικών είτε – στην πράξη – μέσα από την υποστελέχωση υπηρεσιών.
Όλα αυτά αποκτούν μια ιδιαίτερη σημασία στις μέρες μας, όπου διαπιστώσαμε ότι σε πείσμα των διάφορων στερεοτύπων υπάρχουν δημόσιοι υπάλληλοι που όχι μόνο ασκούν τα καθήκοντά τους, που αφορούν, ανάμεσα στα άλλα, την προστασία δημόσιων αγαθών όπως το περιβάλλον ή η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας, αλλά στην άσκηση των καθηκόντων τους συναντούν κάθε λογής παραβατικές συμπεριφορές, ενίοτε και «μαφιόζικου τύπου» επιθέσεις. Γεγονός που υποδεικνύει την ανάγκη επανεξέτασης της διαρκούς απαξίωσης των δημοσίων υπαλλήλων και συνειδητοποίησης ότι – πέραν όλων των άλλων – με το να χαράσσουν τις κρίσιμες διαχωριστικές γραμμές που ορίζουν το δημόσιο συμφέρον αποτελούν και την πρώτη γραμμή άμυνας των πολιτών απέναντι σε όλους εκείνους που συστηματικά ταυτίζουν την ιδιωτική πρωτοβουλία με την ασυδοσία και την επιχειρηματικότητα με την απαξίωση των δημόσιων αγαθών.