Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ στην Ε.Ε. δεν ήταν καθόλου αυτονόητη. Ούτε ήταν μια εύκολη υπόθεση, όπως κάποιοι σήμερα νομίζουν. Ήταν εξαιρετικά δύσκολη και γι’ αυτό μείζων διπλωματική επιτυχία του Ελληνισμού, στην οποία ο ρόλος του Κώστα Σημίτη υπήρξε πρωταγωνιστικός και καταλυτικός. Ήταν μια επιτυχία που, κατά κύριο λόγο, βασίστηκε στην ειλικρινή και στενή συνεργασία Αθήνας-Λευκωσίας, Κώστα Σημίτη-Γλαύκου Κληρίδη, παρά τις «διαφορετικές» ιδεολογικές προσεγγίσεις τους.
Είχα την τιμή και την τύχη να ζήσω από πρώτο χέρι τη δύσκολη πορεία ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. Παρακολούθησα από πολύ κοντά όλες τις περίπλοκες διακυμάνσεις υλοποίησης του μεγάλου στρατηγικού εθνικού στόχου, ως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας πολλών κρίσιμων γεγονότων και διλημματικών αποφάσεων. Ειδικά από τον Φεβρουάριο 1998 και μετά, μέχρι και τον Δεκέμβριο 2002 στην Κοπεγχάγη, είτε ως κυβερνητικός εκπρόσωπος είτε ως άτυπος σύμβουλος του Γλαύκου Κληρίδη. Καταθέτω εδώ ως ιστορική μαρτυρία, με την απόσταση των
25 χρόνων αλλά και την ωριμότητα νέων εμπειριών και αναλύσεων, ότι: η αξιοπιστία των δύο αυτών μεγάλων ηγετών, σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, ήταν η πεμπτουσία για να ολοκληρωθεί το πολιτικό όραμα του Ελληνισμού για ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.
Σταχυολογώ τρεις μεγάλους σταθμούς όπου ο ρόλος του Κώστα Σημίτη, ως πρωθυπουργού και ως πολιτικής προσωπικότητας, υπήρξε καταλυτικός:
1997: Απόφαση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Λουξεμβούργου.
Η αξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης και του Γλαύκου Κληρίδη ως προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας οδήγησε στην ομόφωνη απόφαση η Κύπρος να αρχίσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις ταυτόχρονα με τα υπόλοιπα εννέα υπό ένταξη κράτη. Στην πιο μεγάλη διεύρυνση της Ε.Ε. Δηλαδή, συνδέθηκε η ένταξη της διαιρεμένης Κύπρου με το μεγάλο ευρωπαϊκό όραμα να κλείσει η διαίρεση Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης με την ένταξη των πρώην κομμουνιστικών κρατών της Ανατολικής Ευρώπης στην Ε.Ε.
1999: Απόφαση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ελσίνκι.
Μια ιστορική απόφαση. Εξασφαλίστηκε η απρόσκοπτη πορεία ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. Από τη μια, αποδεχθήκαμε να δοθεί στην Τουρκία υπόσχεση έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων, σε αόριστο χρόνο, και από την άλλη πετύχαμε να δοθεί στην Ελλάδα η αποσύνδεση της ένταξης της Κύπρου από την ανάγκη επίλυσης του Κυπριακού. Ήταν μια τεράστια επιτυχία που με τα γεωπολιτικά δεδομένα της εποχής ελάχιστοι, πέραν των πρωταγωνιστών, θεωρούσαν εφικτή. Στο Ελσίνκι ξεπεράστηκε το σημαντικότερο εμπόδιο στην ενταξιακή διαδικασία της Κύπρου, που ήταν η λύση του Κυπριακού ως προϋπόθεση της ένταξης.
2002: Απόφαση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Κοπεγχάγης (12-13 Δεκεμβρίου):
Υπό το φως των διαπραγματεύσεων για λύση του Κυπριακού στη βάση του Σχεδίου Ανάν, Σημίτης και Κληρίδης, με αριστοτεχνικούς χειρισμούς και αποφασιστικότητα, πέτυχαν την «καθαρή» ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Ο στρατηγικός στόχος και το μεγάλο όραμα του Ελληνισμού ήταν πλέον γεγονός. Έμειναν απλώς τα τυπικά.
Σε όλη αυτή την πολυκύμαντη πορεία της ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., Σημίτης και Κληρίδης είχαν έναν μεγάλο «αθόρυβο» σύμμαχο: τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Με τον πρώην πρωθυπουργό υπήρχε τακτική επικοινωνία και ανταλλαγή απόψεων. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ενημερωνόταν, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, για κάθε βήμα των πολιτικών εξελίξεων στην πορεία ένταξης και στο κυπριακό πρόβλημα καταθέτοντας το δικό του προσωπικό αποτύπωμα.
Τιμώντας, λοιπόν, τον Κώστα Σημίτη, ας μην ξεχνάμε ότι με τη δική του καθοριστική συμβολή και πολιτικό βάρος η ένταξη της Κύπρου από στόχος ανέφικτος, έγινε εφικτός.
ΥΓ: Η μαρτυρία για να είναι ολοκληρωμένη πρέπει να μνημονεύσει επίσης για την καθοριστική συμβολή τους και τους: Γιάννο Κρανιδιώτη, Θεόδωρο Πάγκαλο, Ιωάννη Κασουλίδη, Νίκο Θέμελη, Γιώργο Παπαδημητρίου, Γιώργο Βασιλείου, Παναγιώτη Ιωακειμίδη και Δημήτρη Στεφάνου.