Από την απόφαση του Ιράν να απειλήσει ανοιχτά με αποκλεισμό των διελεύσεων, έως τις στοχευμένες επιθέσεις σε φορτηγά και πλοία υποστήριξης, η συγκυρία του 2025 φέρνει επικίνδυνες αναλογίες με έναν πόλεμο που κάποιοι θέλουν να ξεχάσουν, αλλά η βιομηχανία δεν έχει ποτέ διαγράψει από τα αρχεία της, τον πόλεμο των δεξαμενόπλοιων της δεκαετίας του ’80.
Ανάμεσα στο 1984 και το 1988, στη σκιά του Ιρανοϊρακινού πολέμου, περισσότερα από 500 εμπορικά πλοία βρέθηκαν στο στόχαστρο. Ήταν η πρώτη φορά που η ελεύθερη ναυσιπλοΐα μετατράπηκε σε κανονικό πολεμικό πεδίο, με Exocet πυραύλους, αεροπορικές επιθέσεις και τορπιλισμούς σε διεθνή ύδατα. Τότε, όπως και σήμερα, η κρίση δεν περιορίστηκε στα εμπλεκόμενα κράτη.
Η διεθνής ναυτιλία, από την Ελλάδα έως τη Σιγκαπούρη, βρέθηκε με πλοία της παγιδευμένα σε επικίνδυνα περάσματα, με τις ασφαλιστικές καλύψεις να εκτινάσσονται και τις αγορές ενέργειας να ψάχνουν εναλλακτικά μονοπάτια.
Το Ιράκ ήταν εκείνο που ξεκίνησε τις πρώτες επιθέσεις σε ιρανικά τάνκερ στον Περσικό Κόλπο, ελπίζοντας πως θα οδηγήσει το Ιράν σε στρατιωτική υπεραντίδραση που θα προκαλούσε τη Δύση να παρέμβει.
Το Ιράν, με τη σειρά του, στόχευσε και ιρακινά αλλά και ξένα τάνκερ, κυρίως όσα μετέφεραν πετρέλαιο για λογαριασμό χωρών που στήριζαν τον Σαντάμ Χουσεΐν.
Το 1987, οι ΗΠΑ επενέβησαν επίσημα μέσω της επιχείρησης Earnest Will, συνοδεύοντας δεξαμενόπλοια με πολεμικά σκάφη, σηματοδοτώντας το τέλος της ουδετερότητας στα διεθνή ύδατα. Οι απώλειες ήταν σοβαρές. Δεκάδες νεκροί ναυτικοί, κατεστραμμένα πλοία, και μια παγκόσμια αγορά ενέργειας που λειτούργησε με αλλεπάλληλα σοκ τιμών.
Για τις ναυτιλιακές εταιρείες, τα χρόνια εκείνα ήταν σχολείο στρατηγικής επιβίωσης, αλλαγές ρότας, σιωπηλές συμφωνίες προστασίας, επανασχεδιασμός ασφαλιστικών προτύπων.
Το Ελληνικό νηολόγιο δεν έμεινε αλώβητο. Πλοία ελληνικών συμφερόντων υπέστησαν ζημιές και τοποθετήθηκαν άτυπα σε λίστες υψηλού ρίσκου από ναυτασφαλιστικές αγορές του Λονδίνου.
Σήμερα, τα πράγματα μοιάζουν αλλά δεν είναι ίδια. Η τεχνολογία έχει αλλάξει ριζικά το τοπίο, από το AIS (σύστημα εντοπισμού πλοίων) μέχρι τις real-time δορυφορικές εικόνες, οι ναυτιλιακές μπορούν να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή τι τις περιμένει.
Ωστόσο, οι νέες απειλές (drones, ηλεκτρονικός πόλεμος, παρεμβολές σήματος, κυβερνοεπιθέσεις) καθιστούν το περιβάλλον ακόμα πιο περίπλοκο. Οι κυβερνήσεις επεμβαίνουν πιο γρήγορα, αλλά οι εμπλεκόμενοι δρώντες είναι πολλαπλοί, και συχνά άγνωστοι.
Αυτό που δεν έχει αλλάξει είναι η γεωγραφία. Τα Στενά του Ορμούζ, πλάτους 39 χλμ., παραμένουν το σημαντικότερο ναυτιλιακό πέρασμα στον κόσμο, με περίπου το 20% του παγκόσμιου πετρελαίου να το διασχίζει καθημερινά. Η αναστάτωση στην περιοχή προκαλεί άμεσα ρήγματα στις διεθνείς ροές, αυξάνει την αβεβαιότητα των αγορών και δημιουργεί ευκαιρίες για γεωπολιτική εκμετάλλευση από παίκτες όπως η Ρωσία, η Κίνα και (ξανά) οι ΗΠΑ.
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες, που ελέγχουν σημαντικό μέρος του παγκόσμιου στόλου τάνκερ, αντιμετωπίζουν σήμερα μια κατάσταση déjà vu. Οι επιλογές τους, ωστόσο, είναι πιο πολυδιάστατες. Οι μεγαλύτερες εταιρείες έχουν ήδη ενεργοποιήσει επιχειρησιακά κέντρα ασφαλείας, επικοινωνούν με στρατιωτικές διοικήσεις, και έχουν θέσει τα πλοία τους σε εναλλακτικές ρότες από το ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας.
Αυτό μεταφράζεται σε αυξημένο κόστος, καθυστερήσεις, και σε ορισμένες περιπτώσεις, ακύρωση ναυλώσεων. Η ασφαλιστική αγορά ανταποκρίνεται με premium φόρτους που θυμίζουν τα «War Risk» της δεκαετίας του ’80.
Την ίδια στιγμή, πολιτικά και στρατιωτικά σχήματα επανενεργοποιούνται. Ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός έχει εκδώσει νέες οδηγίες ασφαλείας, ενώ χώρες του Περσικού Κόλπου εξετάζουν κοινά πρωτόκολλα επιτήρησης.
Η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Ινδία, βασικοί εισαγωγείς πετρελαίου από την περιοχή, αναζητούν διπλωματικά αντίβαρα και εξετάζουν σενάρια ενεργειακής αυτονομίας.
Μπορεί το 2025 να μην είναι 1987, αλλά το δίδαγμα είναι σαφές: όταν η ναυτιλία μπαίνει στο κάδρο των γεωπολιτικών συγκρούσεων, η ουδετερότητα χάνεται.
Η εμπορική ναυτιλία και ιδίως η ελληνική πρέπει να σχεδιάζει όχι μόνο με γνώμονα την αγορά, αλλά και την ιστορική μνήμη.
Η εμπειρία του πολέμου των τάνκερ υπενθυμίζει πως η προνοητικότητα, η επιχειρησιακή ετοιμότητα και η γεωπολιτική κατανόηση είναι πια όχι επιλογή, αλλά προϋπόθεση.
Timeline: Ο Πόλεμος των Δεξαμενόπλοιων (Tanker War)
Σεπτέμβριος 1980
Ξεκινά ο πόλεμος Ιράν–Ιράκ. Οι πρώτες στρατιωτικές επιχειρήσεις περιορίζονται στην ξηρά.
Μάρτιος 1984
Το Ιράκ εγκαινιάζει «στρατηγική οικονομικής φθοράς» – ξεκινά επιθέσεις σε ιρανικά δεξαμενόπλοια στο Kharg Island, το βασικό εξαγωγικό λιμάνι του Ιράν.
Μάιος 1984 – Δεκέμβριος 1986
Το Ιράν απαντά με επιθέσεις σε ιρακινά τάνκερ αλλά και σε δεξαμενόπλοια τρίτων χωρών στον Περσικό.
Επιθέσεις σε ουδέτερα πλοία αυξάνονται. Το 60% των στόχων είναι μη ιρανικά/ιρακινά.
Απρίλιος 1987
Το Κουβέιτ ζητά διεθνή προστασία. Οι ΗΠΑ συμφωνούν να συνοδεύσουν τα κουβεϊτιανά πλοία αφού αλλάξουν σημαία σε αμερικανική (reflagging).
Γεννιέται η επιχείρηση Earnest Will: πολεμικά πλοία των ΗΠΑ συνοδεύουν tankers σε κομβικές διελεύσεις.
Μάιος 1987
Η φρεγάτα USS Stark χτυπιέται από ιρακινό Exocet κατά λάθος: 37 Αμερικανοί νεκροί. Κλιμάκωση της έντασης.
Ιούλιος 1987 – Ιούλιος 1988
Πάνω από 250 συνοδείες πλοίων από τις ΗΠΑ – επιχείρηση συνοδευτικών αποστολών χωρίς άμεση εμπλοκή σε μάχες.
Παρόλα αυτά, σημειώνονται απώλειες από νάρκες και επιθέσεις σε ουδέτερα πλοία.
4 Ιουλίου 1988
Καταρρίπτεται από τις ΗΠΑ το ιρανικό επιβατικό Airbus IR655, με 290 νεκρούς.
Το περιστατικό επιταχύνει την αποκλιμάκωση.
Αύγουστος 1988
Υπογράφεται εκεχειρία μεταξύ Ιράν και Ιράκ. Λήγει και η φάση των θαλάσσιων συγκρούσεων.
Απολογισμός (1984–1988):
- Πάνω από 546 πλοία επλήγησαν.
- Τουλάχιστον 430 ναυτικοί νεκροί.
- Εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε απώλειες φορτίων, πλοίων, ασφαλιστικών απαιτήσεων.
- Κρίσιμη μεταβολή στην πολιτική ασφάλισης και συνοδειών στην παγκόσμια ναυτιλία.