Έντονες περιφερειακές ανισότητες εξακολουθούν να χαρακτηρίζουν την ελληνική οικονομία και να αποτελούν πρόκληση για την κυβερνητική πολιτική. Σύμφωνα με ανάλυση του ΙΟΒΕ, το μισό ΑΕΠ της Ελλάδας συγκεντρώνεται στην Αττική, που μαζί με την Κεντρική Μακεδονία παράγουν το 62,5% του εθνικού εισοδήματος.
Οι ελληνικές περιφέρειες παρουσιάζουν έντονες διακυμάνσεις σε βασικούς τομείς ανάπτυξης, επισημαίνει το ΙΟΒΕ. Στη δημογραφία, παρατηρείται μια γενικότερη τάση μείωσης και γήρανσης του πληθυσμού, με τις περισσότερες περιφέρειες να καταγράφουν περισσότερους θανάτους από γεννήσεις. Ωστόσο, σε ορισμένες περιοχές, όπως τα νησιά του Αιγαίου, αυτή η τάση εξισορροπείται από θετικά μεταναστευτικά ισοζύγια.
Οικονομικά, η Αττική συνεχίζει να κυριαρχεί, συγκεντρώνοντας σχεδόν το μισό του εθνικού ΑΕΠ, ενώ άλλες περιφέρειες εμφανίζουν ανομοιόμορφους ρυθμούς ανάκαμψης. Παράλληλα, διαπιστώνονται σημαντικές κοινωνικές ανισότητες, ιδιαίτερα στον τομέα της υγείας, της κοινωνικής πρόνοιας και των εισοδημάτων, με τις αστικές και τουριστικές περιοχές να διατηρούν σαφή πλεονέκτημα.
Στην αγορά εργασίας, παρόλο που η ανεργία μειώνεται σταδιακά, οι περιφερειακές διαφορές παραμένουν έντονες. Επίσης, το ποσοστό αυτοαπασχόλησης εξακολουθεί να είναι υψηλό, ιδιαίτερα εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων.
Για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση που θα ενισχύσει τις παραγωγικές επενδύσεις, θα βελτιώσει τις δεξιότητες του εργατικού δυναμικού και θα προωθήσει την καινοτομία, υπογραμμίζει το ΙΟΒΕ.
Παράλληλα, είναι απαραίτητη η ενίσχυση των κοινωνικών πολιτικών, με έμφαση στην υγεία, την εκπαίδευση και την κοινωνική ένταξη. Ο τουρισμός, ως βασικός πυλώνας ανάπτυξης, πρέπει να αναπτυχθεί με βιώσιμο τρόπο, σε συνδυασμό με την προστασία του περιβάλλοντος και την αναβάθμιση των υποδομών. Η συστηματική παρακολούθηση των δεικτών και η προσαρμογή των πολιτικών στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε περιφέρειας θα αποτελέσουν καθοριστικούς παράγοντες για μια πιο ισορροπημένη και δίκαιη ανάπτυξη σε όλη τη χώρα.
Περιθώρια για σύγκλιση
Στα βασικά συμπεράσματα της ανάλυσης, το ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι:
- Υπάρχουν περιθώρια για βελτίωση και ευκαιρίες για σύγκλιση των ελληνικών περιφερειών σε μια σειρά από τομείς.
- Η μείωση και γήρανση του πληθυσμού αποτελούν εθνικό πρόβλημα, σχετίζονται με τους ρυθμούς ανάπτυξης σε περιφερειακό επίπεδο, ενώ παρουσιάζουν μειωμένη ένταση σε επιμέρους περιοχές όπως η Κρήτη και το Νότιο Αιγαίο. Οι γεννήσεις υπολείπονται των θανάτων πλέον και στις 13 περιφέρειες. Η τάση μετριάζεται από θετικές καθαρές μεταναστευτικές ροές σε 10 περιφέρειες.
- Η οικονομική δραστηριότητα παρουσιάζει αμείωτα υψηλή συγκέντρωση στην Αττική, όπου καταγράφεται με διαφορά και το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Ο ρυθμός επενδύσεων και πιστωτικής επέκτασης ανακάμπτουν με διαφορετική ταχύτητα μεταξύ των περιφερειών.
- Το μερίδιο απασχόλησης στον τριτογενή τομέα αυξάνεται. Αντιθέτως, το μερίδιο απασχόλησης στον πρωτογενή τομέα έχει μειωθεί ή παραμείνει στάσιμο, πλην του Βορείου Αιγαίου, ενώ το μερίδιο στον δευτερογενή τομέα έχει ενισχυθεί μόνο σε Πελοπόννησο και Στερεά Ελλάδα.
- Η ανάγκη για σύγκλιση μεταξύ περιφερειών σε βασικούς οικονομικούς δείκτες παραμένει βασικός στόχος και πρόκληση, καθώς οι περιφέρειες των δύο μεγαλύτερων αστικών κέντρων και μεγάλο μέρος της νησιωτικής Ελλάδας καταγράφουν ταχύτερες επιδόσεις σε πολλούς τομείς.
- Η ετερογένεια μεταξύ περιφερειών σε βασικούς κοινωνικούς δείκτες και η απόκλιση από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο παραμένει έντονη, όπως για θέματα εισοδηματικής ανισότητας, υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής προστασίας.
- Τα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά των περιφερειών έχουν άμεσο αντίκτυπο στην διαχείριση πολιτικών του περιβάλλοντος και της χωροταξίας.
Οικονομική Δραστηριότητα και Επιχειρηματικότητα
Η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα παρουσιάζει μια έντονη συγκέντρωση στις δύο μεγάλες αστικές περιφέρειες, την Αττική και τη Θεσσαλονίκη, με την Αττική να κατέχει μια κυρίαρχη θέση, τονίζει το ΙΟΒΕ.
Η περιφέρεια της Αττικής συμβάλλει σχεδόν στο μισό του συνολικού ΑΕΠ της χώρας, ενώ παράλληλα συγκεντρώνει πάνω από το ένα τρίτο των συνολικών επενδύσεων και περισσότερο από το μισό των εξαγωγών. Αυτή η υπερσυγκέντρωση οικονομικής δραστηριότητας στην Αττική αναδεικνύει την ανάγκη για την προώθηση μιας πιο ισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης.

Παρά όμως τις σημαντικές αποκλίσεις στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ των περιφερειών, παρατηρείται μια ενθαρρυντική αναπτυξιακή δυναμική τόσο στην ηπειρωτική όσο και στη νησιωτική Ελλάδα. Περιφέρειες όπως η το Νότιο Αιγαίο, η Κρήτη τα Ιόνια Νησιά και η Αττική ξεχωρίζουν για την έντονη τους ανάπτυξη.
Η ανάκαμψη των πάγιων επενδύσεων, ιδίως στη νησιωτική Ελλάδα και στην Ήπειρο, αποτελεί ένα θετικό σημάδι για την οικονομική ανάπτυξη των περιφερειών αυτών. Ωστόσο, το επενδυτικό κενό σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο παραμένει σημαντικό και απαιτεί περαιτέρω προσπάθειες για την προσέλκυση επενδύσεων.

Η στροφή του παραγωγικού υποδείγματος προς παραγωγικές επενδύσεις και η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας σε εξωστρεφείς τομείς με υψηλή προστιθέμενη αξία αποτελούν προτεραιότητες πολιτικής για την ελληνική κυβέρνηση. Η ανάγκη για τη διαφοροποίηση της οικονομίας και την προώθηση της καινοτομίας είναι επιτακτική για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.
Παρά την έντονη διαπεριφερειακή ετερογένεια και τη συστηματική απόσταση από την Ευρώπη στο ποσοστό του εργατικού δυναμικού που απασχολείται σε τομείς επιστήμης και τεχνολογίας, παρατηρείται μια θετική τάση στην αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων σε θέσεις Έρευνας και Ανάπτυξης. Αυτή η αύξηση, που καταγράφηκε την περίοδο 2019-2021 σε πολλές ελληνικές περιφέρειες, είναι σύμφωνη με την ευρωπαϊκή τάση και υποδηλώνει την αυξανόμενη σημασία που δίνεται στην έρευνα και την καινοτομία.
Δημογραφικές τάσεις
Η δημογραφική συρρίκνωση και η γήρανση του πληθυσμού αποτελούν δύο αλληλένδετα και εξαιρετικά περίπλοκα ζητήματα που απειλούν τη βιωσιμότητα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Η αρνητική πορεία του φυσικού ισοζυγίου, που καταγράφεται πλέον σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, αναδεικνύει την επιτακτική ανάγκη για άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου. Η μείωση των γεννήσεων, σε συνδυασμό με την αύξηση του μέσου όρου ηλικίας των μητέρων, δημιουργούν ένα μείγμα που επιδεινώνει το δημογραφικό πρόβλημα.
Επιπρόσθετα, το μεταναστευτικό ισοζύγιο, αν και συμβάλλει στην αναχαίτιση της πληθυσμιακής μείωσης σε ορισμένες περιφέρειες, δεν αρκεί για να αντιστρέψει την αρνητική της τάση. Η Κρήτη αποτελεί μια ιδιάζουσα περίπτωση, όπου το θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο υπερκαλύπτει το οριακά αρνητικό φυσικό ισοζύγιο, με αποτέλεσμα να παρουσιάζει οριακά θετικό ρυθμό πληθυσμιακής ανάπτυξης. Ωστόσο, αυτή η εξέλιξη δεν είναι αρκετή για να αντισταθμίσει την πληθυσμιακή μείωση που καταγράφεται στις υπόλοιπες περιφέρειες της χώρας.
Οι επιπτώσεις της δημογραφικής συρρίκνωσης και της γήρανσης του πληθυσμού είναι πολυδιάστατες και αγγίζουν διάφορους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Η μείωση του εργατικού δυναμικού, η αύξηση των δαπανών για την κοινωνική ασφάλιση και την υγειονομική περίθαλψη, καθώς και η συρρίκνωση της καταναλωτικής βάσης, αποτελούν ορισμένες μόνο από τις προκλήσεις που ενδέχεται να επηρεάσουν την εγχώρια οικονομία και κοινωνία.
Χρηματοπιστωτικός Τομέας
Η ανάλυση των χρηματοοικονομικών δεικτών σε περιφερειακό επίπεδο αποκαλύπτει μια αξιοσημείωτη ετερογένεια, υπογραμμίζοντας τον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζουν οι τράπεζες στην τοπική οικονομική ανάπτυξη.
Η διαφοροποίηση στις τραπεζικές καταθέσεις, τις χορηγήσεις και την πιστωτική επέκταση μεταξύ των περιφερειών, υποδηλώνει την ανάγκη για προσαρμοσμένες στρατηγικές που λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε περιοχής. Περιφέρειες όπως η Κρήτη, η Αττική, το Νότιο Αιγαίο, τα Ιόνια Νησιά και η Ήπειρος, καταγράφουν υψηλές επιδόσεις σε επιλεγμένους χρηματοοικονομικούς δείκτες. Αυτό υποδηλώνει την ύπαρξη ενός ώριμου και δυναμικού τραπεζικού συστήματος στις περιοχές αυτές, το οποίο στηρίζει την τοπική επιχειρηματικότητα και την οικονομική ανάπτυξη.
Αντίθετα, περιφέρειες όπως η Δυτική Πελοπόννησος, η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, το Βόρειο Αιγαίο και η Δυτική Ελλάδα, παρουσιάζουν περιθώρια βελτίωσης στους χρηματοοικονομικούς δείκτες. Η σύγκλιση αυτών των περιφερειών με τις υπόλοιπες αποτελεί μια ευκαιρία για την ενίσχυση της οικονομικής τους ανάπτυξης και την άρση των περιφερειακών ανισοτήτων.
Σε ό,τι αφορά τις πρόσφατες τάσεις, η Δυτική Μακεδονία, η Θεσσαλία και η Δυτική Ελλάδα κατέγραψαν θετικά δείγματα σύγκλισης και ανόδου στην σχετική κατάταξη το 2023. Αυτό υποδηλώνει την εφαρμογή αποτελεσματικών πολιτικών και στρατηγικών που συμβάλλουν στην ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος στις περιοχές αυτές.
Αντίθετα, η Κεντρική Μακεδονία, η Αττική, η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη και το Νότιο Αιγαίο, παρουσίασαν υποχώρηση στη σχετική μέση κατάταξη. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για επαγρύπνηση και την υιοθέτηση μέτρων που θα διασφαλίσουν τη σταθερότητα και την ανάπτυξη του τραπεζικού συστήματος στις περιοχές αυτές.
Αγορά εργασίας
Η δυναμική της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα παρουσιάζει μια εικόνα με αντιφατικά στοιχεία, όπου η μείωση της ανεργίας συνυπάρχει με σημαντικές περιφερειακές ανισότητες και προκλήσεις. Ενώ το ποσοστό ανεργίας συρρικνώθηκε περαιτέρω το 2023 σε 11 από τις 13 περιφέρειες, παραμένει ανησυχητικά υψηλή η διασπορά του μεταξύ των περιφερειών.
Η εξαίρεση των Ιονίων Νήσων και της Ηπείρου, όπου η ανεργία αυξήθηκε, υπογραμμίζει την ανάγκη για στοχευμένες παρεμβάσεις σε αυτές τις περιοχές. Η ισχυρότερη πτώση της ανεργίας το 2023 καταγράφηκε στη Δυτική Ελλάδα, το Νότιο Αιγαίο και τη Στερεά Ελλάδα, γεγονός που υποδηλώνει την αποτελεσματικότητα των πολιτικών απασχόλησης σε αυτές τις περιοχές. Ωστόσο, η Δυτική Μακεδονία συνεχίζει να αντιμετωπίζει το οξύτερο πρόβλημα ανεργίας, απαιτώντας άμεση και ουσιαστική στήριξη.
Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της ελληνικής αγοράς εργασίας είναι το υψηλό ποσοστό αυτοαπασχόλησης, το οποίο είναι υπερδιπλάσιο στην ελληνική περιφέρεια σε σχέση με την Αττική. Αυτό το φαινόμενο υποδηλώνει την ανάγκη για την ενίσχυση της μισθωτής απασχόλησης στην περιφέρεια, καθώς και για την υποστήριξη των αυτοαπασχολούμενων μέσω προγραμμάτων κατάρτισης και χρηματοδότησης.
Η συμμετοχή στην αγορά εργασίας παραμένει χαμηλότερη του μέσου ευρωπαϊκού όρου σε 12 από τις 13 ελληνικές περιφέρειες, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για την εφαρμογή πολιτικών που θα ενθαρρύνουν την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στην αγορά εργασίας. Η κατανομή της απασχόλησης μεταξύ πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα διαφέρει σημαντικά μεταξύ των περιφερειών, αντανακλώντας τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής. Ωστόσο, μια κοινή μακροχρόνια τάση είναι η αύξηση του μεριδίου απασχόλησης στον τριτογενή τομέα, γεγονός που υποδηλώνει την ανάγκη για την προσαρμογή των πολιτικών απασχόλησης στις νέες τάσεις της αγοράς εργασίας.
Η ενίσχυση της συμμετοχής στην επίσημη αγορά εργασίας, η άμβλυνση της διαπεριφερειακής διασποράς του ποσοστού ανεργίας, η τόνωση της ανάπτυξης της μισθωτής απασχόλησης στην περιφέρεια και η αναβάθμιση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού αποτελούν κρίσιμες προτεραιότητες για την ελληνική κυβέρνηση. Η εφαρμογή στοχευμένων πολιτικών και προγραμμάτων, που λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε περιφέρειας, είναι απαραίτητη για την επίτευξη βιώσιμης και ισόρροπης ανάπτυξης της αγοράς εργασίας.
Κοινωνικές Υπηρεσίες και Κοινωνική Ένταξη
Η ένταση της ανισότητας εισοδήματος και φύλου αμβλύνθηκε οριακά το 2023, ενώ παραμένει ανομοιογενής μεταξύ των περιφερειών. Το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών ανακάμπτει, ωστόσο από χαμηλή βάση, ενώ ο κίνδυνος φτώχειας συνεχίζει να αποτελεί σημαντική πρόκληση.
Το ελληνικό σύστημα κοινωνικής πρόνοιας αμβλύνει μόνο μερικώς τον κίνδυνο φτώχειας, ο οποίος καταγράφει υψηλή διασπορά και μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, από 11,1% (Κρήτη) έως και 26,9% (Βόρειο Αιγαίο) του τοπικού πληθυσμού. Οι γυναίκες απασχολούνται λιγότερο από τους άνδρες. Η απόκλιση, αν και παραμένει σε όλες τις περιφέρειες μεγαλύτερη από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο (10,2%), αμβλύνθηκε το 2023 και κυμάνθηκε μεταξύ 15,6% (Αττική) και 29,3% (Στερεά Ελλάδα) του συνόλου της απασχόλησης.
Στον τομέα της υγείας, παρατηρούνται σημαντικές διαφορές στις υποδομές ανά περιφέρεια, που εν μέρει αντανακλώνται στη διασπορά των αυτοαναφερόμενων μη εξυπηρετούμενων ιατρικών αναγκών, οι οποίες καταγράφουν αύξηση την περίοδο 2018-2023 σε όλες τις περιφέρειες, ενώ είναι πολύ υψηλότερες του μέσου όρου στην ΕΕ.
Στον τομέα της εκπαίδευσης, οι περισσότερες ελληνικές περιφέρειες (με εξαίρεση την Ήπειρο και την Αττική) υπολείπονται του μέσου όρου της ΕΕ-27 στην απόκτηση τίτλων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά πολύ περισσότερο στο ποσοστό του πληθυσμού που συνεχίζει την εκπαίδευσή του σε μεγαλύτερες ηλικίες. Από την σκοπιά της άσκησης πολιτικής, κρίνεται σκόπιμο να δοθεί προτεραιότητα σε επενδύσεις στις περιφερειακές υποδομές σε υγεία και παιδεία, καθώς και στον στρατηγικό σχεδιασμό αυτών για την αποτελεσματικότερη κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού, δεδομένων των δημογραφικών προκλήσεων και επαγγελματικών απαιτήσεων.
Περιβάλλον, χωροταξία, τουρισμός
Στον τομέα της διαχείρισης αποβλήτων, γεωγραφικές ιδιαιτερότητες όπως η απόσταση των νησιωτικών περιοχών και η ορεινή μορφολογία θέτουν σημαντικούς περιορισμούς. Ενδεικτικά, η αποτέφρωση εξακολουθεί να αποτελεί βασική επιλογή σε περιοχές όπως η Ήπειρος, το Βόρειο και Νότιο Αιγαίο, σε αντιδιαστολή με Ευρωπαϊκές πρακτικές και με στόχους «πράσινης» μετάβασης. Είναι κρίσιμο η περιφερειακή διοίκηση να δώσει προτεραιότητα στην αναβάθμιση των υποδομών διαχείρισης αποβλήτων προς μεθόδους οι οποίες θα διευκολύνουν την επίτευξη των «πράσινων» στόχων.
Περαιτέρω, οι περισσότερες περιφέρειες της χώρας έχουν χαμηλότερο ποσοστό χρήσεων γης για δίκτυα συγκριτικά με τον μέσο όρο της ΕΕ-27. Ειδικότερα, το σιδηροδρομικό δίκτυο σημειώνει διαχρονική στασιμότητα ή συρρίκνωση στις περισσότερες περιφέρειες της χώρας. Καθώς ο σιδηρόδρομος αποτελεί ένα από τα περιβαλλοντικά πλέον φιλικά μέσα μεταφοράς, κρίνεται σκόπιμο να δοθεί προτεραιότητα σε επενδύσεις και άρση γραφειοκρατικών ή άλλων εμποδίων για την αναβάθμιση του δικτύου, τόσο διαπεριφερειακά όσο και με γειτονικές χώρες.
Ως προς τουριστικούς δείκτες, εν μέσω διαδοχικών ετών ρεκόρ σε διεθνείς αφίξεις και έσοδα, τα επίπεδα πληρότητας των ξενοδοχειακών καταλυμάτων διαφέρουν συστηματικά μεταξύ περιφερειών και για το 2023, ενώ παρουσιάζουν σταδιακή αύξηση. Το μερίδιο απασχόλησης σε χώρους πολιτισμού στο σύνολο της απασχόλησης σημειώνει σημαντική αύξηση στην νησιωτική Ελλάδα και στην Αττική, ενώ συρρίκνωση σημειώνεται στην ηπειρωτική Ελλάδα. Θα ήταν υψηλής σημασίας να προταχθεί ένα βιώσιμο και ολιστικό στρατηγικό σχέδιο για τον τουρισμό, το οποίο θα αναδεικνύει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα κάθε περιφέρειας.