Σημαντικά χαμηλότερες από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ είναι οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση στην Ελλάδα, όπως προκύπτει από την έκθεση “Education at a Glance 2024” που δημοσίευσε πριν από λίγο ο ΟΟΣΑ.
Συγκεκριμένα, ενώ οι δαπάνες για την πρωτοβάθμια έως και την τριτοβάθμια εκπαίδευση αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το 10% των συνολικών δημόσιων δαπανών στις χώρες του ΟΟΣΑ, στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό ανέρχεται μόλις στο 6,1%. Το ποσοστό της Ελλάδας, αν και με έτος αναφοράς το 2020, είναι το χαμηλότερο ανάμεσα στις 38 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ (σ.σ. στοιχεία 2021), με την Ιταλία να ακολουθεί με 6,7%, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στο Μεξικό ανέρχεται στο 13,8%. Ακόμη, όμως, και όταν λαμβάνονται υπόψη τα δεδομένα του 2020 για τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ (σ.σ. για να είναι ακριβέστερη η σύγκριση), η Ελλάδα παραμένει στην τελευταία θέση, με την Ουγγαρία να την ξεπερνά με 6,2%.
Για το 2022, το ποσοστό των κρατικών δαπανών που αφιερώνεται στην εκπαίδευση στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της μη τυπικής μάθησης, φτάνει περίπου το 7%, παραμένοντας στο χαμηλότερο επίπεδο, μαζί με την Ιταλία. Αντιθέτως, οι δαπάνες για την υγεία ξεπερνούν αυτές για την εκπαίδευση κατά περίπου 4 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ οι δαπάνες για την άμυνα είναι περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερες. Κατά μέσο όρο, οι χώρες του ΟΟΣΑ αφιερώνουν περίπου το 12% των κρατικών δαπανών τους στην εκπαίδευση, με τα υψηλότερα ποσοστά, άνω του 15%, να καταγράφονται στην Κόστα Ρίκα, το Ισραήλ και την Ελβετία.
Χάσμα γυναικών – ανδρών στην εκπαίδευση και… στους μισθούς
Οι γυναίκες υπερεκπροσωπούνται σημαντικά στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και το χάσμα διευρύνεται στις περισσότερες χώρες. Στην Ελλάδα, το 58% των νεοεισερχόμενων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι γυναίκες, έναντι μέσου όρου του ΟΟΣΑ στο 56%.
Τα κορίτσια και οι γυναίκες εμφανίζουν καλύτερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα από τα αγόρια και τους άνδρες. Σε όλες τις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, οι γυναίκες ηλικίας 25-34 ετών έχουν εξίσου ή περισσότερες πιθανότητες από τους άντρες συνομηλίκους τους να αποκτήσουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (54% έναντι 41% κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ). Με ποσοστό τριτοβάθμιας εκπαίδευσης 53% για τις γυναίκες και 36% για τους άνδρες, το χάσμα είναι πολύ μεγαλύτερο από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ στην Ελλάδα.
Αν και τα κορίτσια και οι γυναίκες ξεπερνούν σαφώς τα αγόρια και τους άνδρες στην εκπαίδευση, η εικόνα αντιστρέφεται όταν εισέρχονται στην αγορά εργασίας. Οι γυναίκες ηλικίας 25-34 ετών έχουν λιγότερες πιθανότητες να απασχοληθούν από τους άνδρες, με το χάσμα να είναι συνήθως μεγαλύτερο για εκείνες με μορφωτικό επίπεδο κατώτερο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και μικρότερο για εκείνες με τίτλο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στην Ελλάδα, μόνο το 30% των νέων γυναικών με μορφωτικό επίπεδο κατώτερο της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης απασχολείται, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους νέους άνδρες είναι 72% (οι αντίστοιχοι μέσοι όροι του ΟΟΣΑ είναι 47% και 72%). Αντίθετα, το 77% των νέων γυναικών με πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εργάζεται, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους νέους άνδρες είναι 76% (οι αντίστοιχοι μέσοι όροι του ΟΟΣΑ είναι 84% και 90%).
Ωστόσο, το πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν συμβάλλει στη μείωση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ ανδρών και γυναικών. Στο σύνολο του ΟΟΣΑ, οι νέες γυναίκες με πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κερδίζουν κατά μέσο όρο το 83% του μισθού των ανδρών συνομηλίκων τους, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό είναι 81% στην Ελλάδα. Μεταξύ εκείνων με ανώτερη δευτεροβάθμια ή μεταδευτεροβάθμια μη τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι νέες γυναίκες κερδίζουν κατά μέσο όρο το 84% του μισθού των ανδρών συνομηλίκων τους στον ΟΟΣΑ και το 87% στην Ελλάδα.
Δραματική μείωση μισθών για τους δασκάλους
Σύμφωνα με τα ευρήματα του ΟΟΣΑ, 18 από τις 21 χώρες με διαθέσιμα στοιχεία για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ανέφεραν ότι αντιμετώπιζαν ελλείψεις σε πλήρως καταρτισμένους εκπαιδευτικούς στην αρχή του ακαδημαϊκού έτους 2022/2023. Η Ελλάδα ήταν μία από τις λίγες εξαιρέσεις (μαζί με την Κορέα και την Τουρκία) που δεν ανέφεραν ελλείψεις εκπαιδευτικών.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, η Ελλάδα ήταν μία από τις 11 μόνο χώρες του ΟΟΣΑ όπου μειώθηκαν οι πραγματικοί μισθοί (δηλαδή προσαρμοσμένοι στον πληθωρισμό) των εκπαιδευτικών κατώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης την περίοδο 2015-2023, με τη χώρα μας να καταγράφει μάλιστα τη μεγαλύτερη μείωση, ήτοι 9%, όταν κατά μέσο όρο στον ΟΟΣΑ (σε σύγκριση με τις χώρες με διαθέσιμα στοιχεία), καταγράφηκε αύξηση 4%. Σε ονομαστικούς όρους (δηλαδή, σε τρέχουσες τιμές, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο πληθωρισμός), οι μισθοί στην Ελλάδα παρέμειναν σταθεροί μεταξύ 2015 και 2023.
Επίπεδο μόρφωσης και αγορά εργασίας
Καλύτερα είναι τα στοιχεία για το ποσοστό των νέων ενηλίκων χωρίς τίτλο ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, η μείωση του οποίου αποτελεί προτεραιότητα σε πολλές χώρες. Συγκεκριμένα, το συγκεκριμένο ποσοστό μειώθηκε μεταξύ του 2016 και του 2023 σε 28 από τις 35 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Ειδικότερα, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 25-34 ετών χωρίς μορφωτικό επίπεδο ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2016 και του 2023 και διαμορφώθηκε σε μόλις 8%, κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ το 2023.
Η δυσκολία στην αγορά εργασίας που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι χωρίς τίτλο ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αντανακλάται στα ποσοστά απασχόλησης των ατόμων ηλικίας 25-34 ετών. Στην Ελλάδα απασχολείται το 54% των ατόμων ηλικίας 25-34 ετών χωρίς τίτλους ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, έναντι 66% όσων έχουν τίτλο σπουδών ανώτερης δευτεροβάθμιας ή μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Οι αντίστοιχοι μέσοι όροι του ΟΟΣΑ είναι 61% και 79%, αντίστοιχα.
Οι ισχυρές αγορές εργασίας και η αυξανόμενη συμμετοχή στην εκπαίδευση οδήγησαν σε μείωση του ποσοστού των νέων 18-24 ετών που βρίσκονται εκτός δομών απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης (NEET – neither in employment nor in education or training) στις περισσότερες χώρες μέλη του ΟΟΣΑ. Στον ΟΟΣΑ, το μέσο ποσοστό NEET μειώθηκε από 15,8% σε 13,8% μεταξύ 2016 και 2023, ενώ στην Ελλάδα, το μερίδιο των NEET μειώθηκε από 23,5% σε 19,4% (σ.σ. το υψηλότερο ποσοστό NEET εμφανίζει η Τουρκία (31,1% ενώ το χαμηλότερο η Ισλανδία με 4,7%, μολονότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για όλες τις χώρες).
Χάσμα παιδικής μέριμνας
Στην έκθεση γίνεται αναφορά και στο λεγόμενο χάσμα παιδικής μέριμνας, ήτοι στην περίοδο μεταξύ της λήξης της γονικής άδειας μετ’ αποδοχών και της έναρξης της δωρεάν προσχολικής εκπαίδευσης και φροντίδας ή υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Σε οκτώ χώρες του ΟΟΣΑ, δεν υπάρχει κενό όσον αφορά τη φροντίδα των παιδιών, καθώς η δωρεάν προσχολική εκπαίδευση ή η υποχρεωτική εκπαίδευση ξεκινά αμέσως μετά τη λήξη της γονικής άδειας μετ’ αποδοχών. Αντίθετα, η Ελλάδα έχει ένα κενό 3 ετών μεταξύ της λήξης της γονικής άδειας μετ’ αποδοχών και της έναρξης της δωρεάν υποχρεωτικής εκπαίδευσης.