Στις 10-11 Δεκεμβρίου 2014, ως Αρχιπλοίαρχος ΛΣ, με την ιδιότητα του Διευθυντή Ασφάλειας και Προστασίας Θαλασσίων Συνόρων, έλαβα εντολή να μεταβώ στην έδρα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, στη Γενεύη, ως μέλος της Ελληνικής αντιπροσωπείας, επικεφαλής της οποίας ήταν ο τότε Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στα γραφεία του ΟΗΕ στη Γενεύη Πρέσβης κ. Αλέξανδρος Αλεξανδρής, πλαισιωμένος από τον τότε Διευθυντή της Ε3 Διεύθυνσης του ΥΠΕΞ, την τότε επικεφαλής της Ελληνικής Υπηρεσίας Ασύλου, τον τότε επικεφαλής της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής και τον τότε αρμόδιο Σύμβουλο της ΜΑ της Ελλάδας στον ΟΗΕ, για να συμμετάσχω σε εκδήλωση της ΥΑ του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες με θέμα: «Προστασία στη θάλασσα».
Μόλις έφθασα στις εγκαταστάσεις του ΟΗΕ στη Γενεύη, πληροφορήθηκα από τους διοργανωτές της εκδήλωσης ότι αναζητούσε να με συναντήσει ο επικεφαλής της Αυστραλιανής αντιπροσωπείας Υποναύαρχος Michael NOONAN ΠΝ, τότε Αρχηγός της Αυστραλιανής Συνορακτοφυλακής, που υπάγεται στην Υπηρεσία Customs and Border Protection Service.
Κατά τη συνάντησή μας, ο Αυστραλιανός συνάδελφος μου ανέπτυξε το σχέδιο που άρχισε να υλοποιεί η τότε κυβέρνηση της χώρας του (γνωστού και ως “No-Way Campaign”), βάσει του οποίου, όσοι εισέρχονταν παράτυπα στη χώρα του, θα εκτοπίζονταν σε Κέντρα Υποδοχής στη νήσο Nauru στη μέση του Ειρηνικού Ωκεανού, χάνοντας δια παντός το δικαίωμα υποβολής ασύλου στην Αυστραλία.
Εκείνη την περίοδο, το Αυστραλιανό σχέδιο φάνταζε ακόμα ως “άπιαστο όνειρο”, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την ενωμένη Ευρώπη.
Σήμερα, δέκα χρόνια μετά από εκείνη τη συνάντηση, παρακολουθώ με ενδιαφέρον ότι το μοντέλο “Meloni” με τα δύο Κέντρα Υποδοχής στην Αλβανία, το Βρετανικό μοντέλο “Rwanda” που προσομοιάζει με το αυστραλιανό μοντέλο τύπου “Nauru” του 2014, η εγκατάσταση Κέντρων Επιστροφής (“Return Hubs”) σε συνεργαζόμενες με την ΕΕ τρίτες χώρες και, γενικότερα, η γενικότερη τάση για “outsourcing” ή “off-shoring” της διαχείρισης παρατύπως εισελθόντων αλλοδαπών έξω και μακριά από την ενωμένη Ευρώπη των 27 κρατών μελών της, βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο των συζητήσεων των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων τους.
Όμως, ανεξάρτητα από την έκβαση που θα έχουν οι συζητήσεις των ηγετών μας στο θέμα της διαχείρισης μεταναστών, πάντα θα υπάρχει το φλέγον θέμα της διαχείρισης συνόρων από το οποίο εξαρτάται η εσωτερική ασφάλεια, ιδίως της χώρας μας.
Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι, διαχείριση μεταναστών εκτός ΕΕ δεν είναι εχέγγυο φύλαξης των εξωτερικών συνόρων μας, ενώ πρέπει να εκλαμβάνεται περισσότερο ως «ευκαιρία» για περαιτέρω θωράκισή τους, παρά ως «άλλοθι» χαλάρωσής της.
Ιδίως για τα ευάλωτα (σε σχέση με τα χερσαία και τα εναέρια) θαλάσσια σύνορά μας, η «εξωτερίκευση» της διαχείρισης μεταναστών, προβάλει ως ευκαιρία για να υψωθεί, επιτέλους, κατά μήκος των εξωτερικών θαλασσίων συνόρων μας εκείνος ο «ηλεκτρονικός» φράχτης (γνωστός ως Ε.Σ.Ο.Θ.Ε.), η σκοπιμότητα ανέγερσης του οποίου είχε εγκριθεί από το ανώτατο συλλογικό όργανο διοίκησης του ΛΣ (το ΣΕΣΔΙΚ) το Δεκέμβριο 2011, αλλά έκτοτε και ως σήμερα δεν έχει γίνει ακόμη πραγματικότητα.
Ιδίως για τα ευάλωτα θαλάσσια σύνορά μας, η «εξωτερίκευση» της διαχείρισης μεταναστών, προβάλει ως ευκαιρία να αναπτυχθούν σε όλο το εύρος των θαλασσίων περιοχών τοπικής και καθ’ ύλην αρμοδιότητας ΛΣ-ΕΛΑΚΤ κάθε τύπου καινοτόμα συστήματα ηλεκτρονικής επιτήρησης που θα παρέχουν στο Λιμενικό πλήρη επίγνωση της κατάστασης στη θάλασσα σε πραγματικό χρόνο και σε 24ωρη βάση, χρησιμοποιώντας τα μέσα επιφανείας και το προσωπικό τους όχι «ταλαιπωρώντας» τα σε περιπολίες just-in-case, αλλά αξιοποιώντας τα σε επεμβάσεις just-in-time.
Ιδίως για τα ευάλωτα θαλάσσια σύνορά μας, η «εξωτερίκευση» της διαχείρισης μεταναστών, προβάλει ως ευκαιρία για την προμήθεια μεγάλου μεγέθους μονάδων επιφανείας ικανών να επιχειρήσουν με αυτονομία σε όλο το εύρος των θαλασσίων ζωνών εθνικής δικαιοδοσίας, ανεξάρτητα από το είδος της επιχείρησης.
Ιδίως για χάρη των ευάλωτων θαλασσίων συνόρων μας, η συζήτηση περί του “off-shoring” της διαχείρισης μεταναστών, πρέπει να αφήσει το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ ανεπηρέαστο και προσηλωμένο στην επίτευξη του «στοιχήματος» του εκσυγχρονισμού του, με επιλογές και πρωτοβουλίες όχι περιστασιακές και ετεροκαθοριζόμενες, αλλά έσωθεν εκπορευόμενες από συνετές και τεκμηριωμένες αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων του.
Αν το Λιμενικό προσανατολίζεται να εκσυγχρονιστεί με τρόπο βιώσιμο και ανθεκτικό, τότε το μεταναστευτικό πρέπει να πάψει να «ποδηγετεί» τις επιλογές του.
Από το Λιμενικό, το μεταναστευτικό πρέπει να αντιμετωπίζεται μόνον ως «ευκαιρία» εκσυγχρονισμού, όχι ως «άλλοθι» αποπροσανατολισμού του…